Υπηρεσία Εποπτείας Αγοράς
Η Υπηρεσία Εποπτείας Αγοράς είναι ένας νέος διοικητικός τομέας που συστάθηκε εντός της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, που περιλαμβάνει τα Τμήματα Κοστολόγησης, Αγορανομικών Ελέγχων και Τιμοληψίας των Διευθύνσεων Τιμών Τροφίμων και Ποτών, Τιμών Βιομηχανικών Προϊόντων και Φαρμάκων και Τιμών Παροχής Υπηρεσιών, της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικού Εμπορίου της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου. Αποστολή της Υπηρεσίας Εποπτείας Αγοράς είναι ο έλεγχος της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς και ιδίως η διενέργεια πάσης φύσεως ερευνών, ελέγχων και τιμοληψιών που έχουν σχέση με την παραγωγή, εισαγωγή, διακίνηση, αποθήκευση και διάθεση προϊόντων και εμπορευμάτων του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα, την παροχή υπηρεσιών, τις πωλήσεις κάτω του κόστους, τη νομιμότητα του τρόπου άσκησης εμπορικής δραστηριότητας από κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, την εφαρμογή του Αγορανομικού Κώδικα και των αγορανομικών διατάξεων και αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατά εξουσιοδότηση του και ισχύουν.
Ποιες είναι οι αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Εποπτείας Αγοράς;
1. Η Υπηρεσία Εποπτείας Αγοράς προβαίνει ειδικότερα σε:
α) έλεγχο σε χώρους παραγωγής, εισαγωγής, αποθήκευσης και διακίνησης ή μεταφοράς προϊόντων και εμπορευμάτων και σε χώρους παροχής υπηρεσιών,
β) έλεγχο ύπαρξης ενδεικτικών πινακίδων, τιμοκαταλόγων και κάθε αναγκαίου, για την ενημέρωση του καταναλωτή, στοιχείου, σε προϊόντα ή εμπορεύματα, ως προς το είδος, την ποιότητα, τη σύσταση, την προέλευση και την τιμή κατά συνήθη μονάδα μέτρησης, καθώς και στις παρεχόμενες υπηρεσίες αντίστοιχα,
γ) έλεγχο στον τρόπο διάθεσης και παράδοσης προϊόντων ή εμπορευμάτων ή της παροχής υπηρεσιών, ως προς την αναγραφή των προβλεπόμενων από τις κείμενες διατάξεις στοιχείων επί των παραστατικών και των εγγυήσεων και την ποσοτική ή ποιοτική παράδοση ή παραλαβή,
δ) έλεγχο ύπαρξης άδειας της αρμόδιας αρχής για κάθε δραστηριότητα,
ε) έρευνα για πωλήσεις κάτω του κόστους,
στ) έρευνα καταγγελιών και αναφορών,
ζ) κατάσχεση μη εγκεκριμένων ή ελαττωματικών μετρικών οργάνων,
η) κατάσχεση και καταστροφή εμπορευμάτων που διατίθενται με παράνομο τρόπο ή είναι λαθραίας εισαγωγής,
θ) επιβολή χρηματικών προστίμων κατά τον Αγορανομικό Κώδικα και την κείμενη νομοθεσία αναφορικά με την εμπορική δραστηριότητα,
ι) παραπομπή στην εισαγγελική αρχή για άσκηση ποινικών διώξεων, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις,
ια) τήρηση Μητρώου Ελεγκτών, Κοστολόγων και Τιμοληπτών που θα στελεχώνουν τα αντίστοιχα κλιμάκια της Υπηρεσίας Εποπτείας Αγοράς,
ιβ) έρευνα των εγγράφων και παραστατικών εισαγωγής, διακίνησης προϊόντων και εμπορευμάτων των εκδιδόμενων στοιχείων σε κάθε μορφή συναλλαγής και των εκδιδόμενων στοιχείων κατά την παροχή υπηρεσιών,
ιγ) έρευνα ως προς τις επικρατούσες συνθήκες στην αγορά, τις διαγραφόμενες τάσεις των τιμών, τα δίκτυα διανομής, τα μερίδια αγοράς και τη μελέτη και ανάλυση οικονομικών στοιχείων και αριθμοδεικτών,
ιδ) κοστολογική έρευνα σε επιχειρήσεις ή κατά επιχειρηματικούς κλάδους σε περιπτώσεις αδικαιολόγητων αυξήσεων προϊόντων και εμπορευμάτων ή υπηρεσιών, από μια επιχείρηση ή από το σύνολο των δραστηριοποιούμενων ομοειδών στον κλάδο επιχειρήσεων και
ιε) διενέργεια τιμοληψιών για την καταγραφή των τιμών στο Παρατηρητήριο Τιμών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου.
Ποια είναι τα ελεγκτικά καθήκοντα της Υπηρεσίας Εποπτείας Αγοράς;
Οι ελεγκτές της Υπηρεσίας Εποπτείας Αγοράς κατά την άσκηση των καθηκόντων τους:
α) Εχουν πρόσβαση και λαμβάνουν οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή σχετίζεται με την άσκηση του έργου τους, ύστερα από σχετική υπηρεσιακή εντολή, χωρίς να υπόκεινται στους περιορισμούς της νομοθεσίας περί φορολογικού, τραπεζικού, χρηματιστηριακού και επιχειρηματικού απορρήτου, υποχρεούμενοι όμως στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, ΦΕΚ 26 Α). Σε κάθε περίπτωση όμως δεν επιτρέπεται να αφαιρούν ή να κατάσχουν τα βιβλία και στοιχεία που προβλέπονται από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992, όπως ισχύει) αλλά να λαμβάνουν αντίγραφα των στοιχείων αυτών.
β) Εχουν τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 47 του ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α).
γ) Απευθύνουν έγγραφα σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα στα οποία αναφέρονται οι διατάξεις με τις οποίες θεμελιώνεται υποχρέωση υποβολής των ζητούμενων στοιχείων, τα ζητούμενα στοιχεία, αναλυτικά τα στοιχεία που πρέπει να υποβληθούν, οι κυρώσεις που προβλέπονται στις περιπτώσεις άρνησης προσκόμισης και γνωστοποίησης των στοιχείων και το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο είναι υποχρεωμένα να υποβάλουν τα στοιχεία. Το χρονικό διάστημα δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι μικρότερο των πέντε και μεγαλύτερο των δεκαπέντε εργάσιμων ημερών, από την κοινοποίηση του εγγράφου.
δ) Ελέγχουν την τήρηση της αγορανομικής νομοθεσίας κατά τη μεταφορά προϊόντων και εμπορευμάτων με μέσα μεταφοράς δημόσιας ή ιδιωτικής χρήσης.
Ποιες είναι οι κυρώσεις που επιβάλλονται από την Υπηρεσία Εποπτείας Αγοράς σε περίπτωση άρνησης προσκόμισης και γνωστοποίησης των στοιχείων που ζητούνται ή παρεμπόδισης του έργου των υπαλλήλων της;
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, του Αγορανομικού Κώδικα και άλλων ειδικών διατάξεων, σε περίπτωση άρνησης προσκόμισης και γνωστοποίησης των στοιχείων που ζητούνται ή παρεμπόδισης κατά την άσκηση των καθηκόντων του άρθρου 4, με οποιονδήποτε τρόπο, των εντεταλμένων για τον έλεγχο υπαλλήλων, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο που ορίζεται από πέντε χιλιάδες (5.000) ως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης. Σε περίπτωση υποτροπής το πρόστιμο μπορεί να ορίζεται έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ. Το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα της Υπηρεσίας Εποπτείας Αγοράς, έπειτα από εισήγηση των ελεγκτών της οικείας υπόθεσης.
2. Το πρόστιμο της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και κάθε άλλο πρόστιμο που επιβάλλεται από την Υπηρεσία Εποπτείας Αγοράς κατά τις κείμενες διατάξεις, βεβαιώνονται και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 55 του π.δ. 16/1989 (ΦΕΚ 6 Α).
3. Η απόφαση επιβολής προστίμου της παραγράφου 1 υπόκειται σε ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Ανάπτυξης, εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της.
4. Ο Υπουργός Ανάπτυξης αποφαίνεται επί της προσφυγής με πράξη του, η οποία εκδίδεται εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την υποβολή της προσφυγής.
5. Η παραπάνω πράξη του Υπουργού Ανάπτυξης υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, ΦΕΚ 97 Α).
6. Για το παραδεκτό της προσφυγής, κατά την προηγούμενη παράγραφο, καταβάλλεται στην αρμόδια ΔΟΥ ποσό ίσο με το είκοσι τοις εκατό (20%) του εκάστοτε επιβαλλόμενου προστίμου.