Απόφαση 9515/2022 ΜΠρΘεσ (Συνεπιμέλεια)

Αγωγή Επιμέλειας – Διατροφής, Επικοινωνίας Ανήλικου Τέκνου. Συνεκδίκαση με αγωγή Επιμέλειας και Επικοινωνίας. Δέχεται εν μέρει αγωγές. Προσδιορισμός έννοιας «συμφέρον τέκνου». Προσδιορισμός του ύψους της διατροφής. Η σχετική υποχρέωση βαρύνει τους γονείς ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Επικοινωνία. Νομιμοποίηση.
Το Δικαστήριο δικαίωσε την εντολέα μας, μητέρα ενός ανήλικου τέκνου, για λογαριασμό της οποίας ασκήσαμε αγωγή κατά του πατέρα με αιτήματα: α) να της ανατεθεί η αποκλειστική άσκηση της επιμέλειας του τέκνου, β) να υποχρεωθεί ο πατέρας να της καταβάλει για τη συμμετοχή του στη διατροφή του τέκνου τους το ποσό των 675,00€ μηνιαίως και γ) να καθοριστεί το δικαίωμα επικοινωνίας του πατέρα με το τέκνο.
Η ως άνω αγωγή συνεκδικάστηκε με την αγωγή που άσκησε κατά της μητέρας ο πατέρας, με την οποία ζητούσε α) να ανατεθεί η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου τους από κοινού στους γονείς και περαιτέρω να εφαρμοστεί το σύστημα της εναλλασσόμενης κατοικίας του τέκνου με τη διαμονή αυτού για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών στην οικία του και για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών στην οικία της μητέρας και β) να ρυθμιστεί το δικαίωμα της επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο του κατά το χρονικό διάστημα που δεν θα διαμένει με αυτό κατά τον αναλυτικά αναφερόμενο στην αγωγή του τρόπο.
Το Δικαστήριο δέχθηκε την αγωγή της μητέρας ως ορισμένη απορρίπτοντας τον σχετικό ισχυρισμό του εναγόμενου πατέρα περί αοριστίας του κονδυλίου της επιδιωκόμενης διατροφής.
Το Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση του πατέρα περί διακινδύνευσης της δικής του διατροφής σε περίπτωση που υποχρεωνόταν να καταβάλει το αιτούμενο δια της αγωγής ποσό ως διατροφή του ανηλίκου τέκνου του, διότι ο εναγόμενος πατέρας δεν επικαλέσθηκε ότι το ανήλικο τέκνο του μπορεί να στραφεί εναντίον άλλου υπόχρεου προκειμένου να αναζητηθεί από εκείνον το μέρος της διατροφής που δεν μπορεί να πληρώνει ο ίδιος, χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή ή ότι μπορεί το ανήλικο τέκνο του να διατραφεί αναλώνοντας την περιουσία του.
Το Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση του εναγόμενου πατέρα περί καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος καταβολής διατροφής, διότι τα περιστατικά που επικαλέστηκε αφορούσαν τη μητέρα και όχι το δικαιούμενο διατροφής ανήλικο τέκνο.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η μητέρα του ανηλίκου από της διασπάσεως της εγγάμου συμβιώσεως των διαδίκων ανέλαβε την αποκλειστική ευθύνη για την ανατροφή και επιμέλεια του προσώπου του και ασκούσε το εν λόγω γονεϊκό καθήκον με επάρκεια. Επίσης αναγνώρισε πως οι σχέσεις των διαδίκων είχαν επιδεινωθεί τόσο που το τέκνο τους βρισκόταν συχνά στο επίκεντρο των διαφωνιών τους, οι οποίες, μέχρι και κατά τον χρόνο της συζήτησης της αγωγής, αφορούσαν τον τρόπο διαπαιδαγώγησης του.
Το Δικαστήριο έκρινε σκόπιμο από την άποψη του συμφέροντος του τέκνου να μην ασκείται από κοινού η επιμέλειά του, καθώς, λόγω και της έντονης διαμάχης των διαδίκων, θα ήταν αντίθετο προς το συμφέρον του και ανέθεσε την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου οριστικά και αποκλειστικά στη μητέρα του.
Το Δικαστήριο ρύθμισε την επικοινωνία του πατέρα με το ανήλικο τέκνο, χωρίς να λάβει την γνώμη του ιδίου του τέκνου, θεωρώντας ότι η τυχόν δικαστική του ακρόαση δεν υπηρετεί το αληθές συμφέρον του λόγω της μικρής του ηλικίας [επτά (7) ετών], της ανωριμότητάς του να αντιληφθεί το αληθές συμφέρον του και να κατανοήσει συναισθηματικά την διαδικασία έκδοσης της παρούσας απόφασης.
Το δικηγορικό μας γραφείο ασχολείται επισταμένως με υποθέσεις οικογενειακού δικαίου. Μπορείτε να διαβάσετε στην ιστοσελίδα μας ανωνυμοποιημένες αποφάσεις που εκδόθηκαν για εντολείς μας, τους οποίους και εκπροσωπήσαμε με επιτυχία. Εάν αντιμετωπίζετε οποιοδήποτε νομικό ζήτημα οικογενειακής φύσεως, θα χαρούμε να μας εμπιστευθείτε.
Αριθμός Αποφάσεως 9515/2022
Ειδική Διαδικασία Διαφορών από την Οικογένεια, το Γάμο και την Ελεύθερη Συμβίωση
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή ………., Πρωτόδικη ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και από την Γραμματέα, ……….
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 21 Μαρτίου 2022 για να δικάσει τις ως άνω αγωγές με αντικείμενο τη ρύθμιση της επιμέλειας ανηλίκου τέκνου και του δικαιώματος επικοινωνίας του γονέα μ’ αυτό (υπό στοιχ. α’ αγωγή) και τη ρύθμιση της επιμέλειας ανηλίκου τέκνου, τη διατροφή αυτού και τη ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας του γονέα με το ανήλικο τέκνο (υπό στοιχ. β’ αγωγή):
Α. ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ………., που παραστάθηκε στο Δικαστήριο μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του ………. Συμπαραστάθηκε και ο ασκούμενος δικηγόρος ……….
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: ………., που παραστάθηκε στο Δικαστήριο μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Αθανασίου Ρόζου (ΑΜΔΣΘ 8229).
Ο ΕΝΑΓΩΝ ζήτησε να γίνει δεκτή η από 11.01.2022 αγωγή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου την 12.01.2022, γράφτηκε στο πινάκιο και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Β. ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: ………., που παραστάθηκε στο Δικαστήριο μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Αθανασίου Ρόζου (ΑΜΔΣΘ 8229).
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: ………., που παραστάθηκε στο Δικαστήριο μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του ……….. Συμπαραστάθηκε και ο ασκούμενος δικηγόρος ……….
Η ΕΝΑΓΟΥΣΑ ζήτησε να γίνει δεκτή η από 08.11.2021 αγωγή της η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου την ίδια ημέρα, γράφτηκε στο πινάκιο και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 02-02-2022, οπότε το Δικαστήριο ανέβαλε τη συζήτηση της υπόθεσης για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώθηκε παραπάνω, και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά, όσα αναφέρονται στο πρακτικό και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1510, 1511, 1512, 1513, 1514, 1526, 1518, 1519 ΑΚ, όπως ισχύουν, η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων, την ασκούν από κοινού και εξίσου και περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας του και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση, δικαιοπραξία ή δίκη που αφορούν το πρόσωπο ή τη περιουσία του, πρόκειται δε για δικαιώματα προσωποπαγή (αναπαλλοτρίωτα), που, όμως, την άσκησή τους, είναι δυνατόν να τη στερηθεί (ολικά ή μερικά) ο γονέας με δικαστική απόφαση. Η δε επιμέλεια του τέκνου, σύμφωνα με το άρθρο 1518 παρ. 1 ΑΚ, περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, την μόρφωση και την εκπαίδευσή του, καθώς και το προσδιορισμό του τόπου διαμονής του. Ο καθένας δε από τους γονείς επιχειρεί και μόνος του πράξεις αναφερόμενες στην άσκηση της γονικής μέριμνας, όταν πρόκειται για συνήθεις πράξεις επιμέλειας του προσώπου του τέκνου ή για την τρέχουσα διαχείριση της περιουσίας του ή για πράξεις που έχουν επείγοντα χαρακτήρα, καθώς και όταν πρόκειται για τη λήψη δήλωσης της βούλησης που είναι απευθυντέα προς το τέκνο (άρθρο 1516 παρ. 1 ΑΚ).
Στην περίπτωση διακοπής της συζυγικής συμβίωσης, όταν ανατρέπονται πλέον οι συνθήκες της ζωής της οικογένειας, καταργείται ο συζυγικός οίκος και δημιουργείται χωριστή εγκατάσταση του καθενός από τους γονείς, ανακύπτει το θέμα της διαμονής των ανηλίκων τέκνων πλησίον του πατέρα ή της μητέρας τους, ενώ οι γονείς εξακολουθούν να ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα, εφόσον βέβαια είναι και οι δύο φορείς της (άρθρο 1513 εδ. α' ΑΚ), εκτός απ' τις συνήθεις πράξεις επιμέλειας του προσώπου του τέκνου ή την τρέχουσα διαχείριση της περιουσίας του ή πράξεις που έχουν επείγοντα χαρακτήρα (άρθρα 1513 εδ. β' και 1516 εδ. α' ΑΚ), τις οποίες ασκεί ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο κατόπιν (άτυπης) ενημέρωσης του άλλου γονέα.
Συνακόλουθα, το νέο άρθρο 1513 ΑΚ αποκλίνει από το προϊσχύον δίκαιο, εισάγοντας, κατά το πρότυπο άλλων σύγχρονων νομοθεσιών, τον κανόνα ότι η γονική μέριμνα μετά τον χωρισμό των γονέων, συνεχίζει να συνασκείται από τους γονείς, όπως συμβαίνει και κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης ή του συμφώνου συμβίωσης των γονέων. Καθιερώνεται δηλαδή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας μετά το χωρισμό των γονέων ως νόμιμο σύστημα, όπως συμβαίνει κατά τη διάρκεια του γάμου, ώστε να μην είναι υποχρεωμένοι πλέον οι γονείς να καταφύγουν στο δικαστήριο προκειμένου να ρυθμίσουν την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας. Το σύστημα αυτό είναι υποχρεωτικό, με την έννοια ότι εφαρμόζεται αυτομάτως κι εκ του νόμου, ακόμη κι όταν δεν συμφωνεί ο ένας γονέας. Παρέχεται δε η δυνατότητα στους γονείς να ρυθμίσουν με συμφωνία τους τον τρόπο της άσκησης της γονικής μέριμνας κατά τη διάσταση και μετά το διαζύγιο. Οι συμφωνίες αυτές των γονέων στο πλαίσιο της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας, που λαμβάνουν μορφή επί μέρους καθημερινών συμφωνιών, αλλά και συμφωνιών με πιο μόνιμο χαρακτήρα και διασφαλίζουν τη σημαντική για το παιδί καθημερινή ρουτίνα και σταθερότητα, έχουν έρεισμα την 1512 ΑΚ, δεν συνιστούν παρέκκλιση από την κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας αντιθέτως την προϋποθέτουν, είναι άτυπες και μπορούν να συναφθούν ακόμα και σιωπηρά (π.χ. με την τήρηση κάποια πρακτικής από τους γονείς ή από τον έναν στην οποία δεν αντιτίθεται ο άλλος) με εξαίρεση τη συμφωνία των γονέων για τη μεταβολή του τόπου διαμονής του παιδιού που κατά το άρθρο 1519 παρ. 2 ΑΚ υπόκειται σε έγγραφο τύπο, ο οποίος κατά μείζονα λόγο (a fortiori) απαιτείται και για την αρχική συμφωνία για τον προσδιορισμό του τόπου διαμονής του παιδιού λόγω της σπουδαιότητας της για τις συνθήκες διαβίωσης του παιδιού και των έννομων συνεπειών που έχει για την έννομη σχέση του παιδιού. Ωστόσο, υπό το νέο νομικό καθεστώς, αν οι γονείς συμφωνούν να παρεκκλίνουν από τον κανόνα της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας (άρθρο 1513 ΑΚ), δεν προσφεύγουν πια στο δικαστήριο, όπως χρειαζόταν υπό το προηγούμενο δίκαιο, αλλά μπορούν με έγγραφο βεβαίας χρονολογίας να ρυθμίζουν διαφορετικά την κατανομή της γονικής μέριμνας, ιδίως να αναθέτουν την άσκησή της στον έναν από αυτούς, και να καθορίζουν τον τόπο κατοικίας του τέκνου τους, τον γονέα με τον οποίο θα διαμένει, καθώς και τον τρόπο επικοινωνίας του με τον άλλο γονέα, σύμφωνα με το άρθρο 1514 παρ. 1 εδ. α ΑΚ.
Η καθιέρωση της από κοινού άσκησης της επιμέλειας από τους γονείς μετά το χωρισμό τους υλοποιείται στην πράξη μέσω της εξεύρεσης κοινά αποδεκτών λύσεων από τους γονείς, αναφορικά με την συνάσκηση της γονικής μέριμνας, οι οποίες πρέπει να προάγουν το συμφέρον του παιδιού. Η καθιέρωση της υποχρέωσης συνεργασίας των συζύγων, λειτουργεί και κατασταλτικά με την έννοια, ότι καθιερώνει την υποχρέωση κάθε γονέα να προάγει τη συνεργασία με τον άλλο προς το συμφέρον του τέκνου, γεγονός που αφορά όχι μόνο την από κοινού λήψη αποφάσεων που προάγουν το συμφέρον του παιδιού αλλά και τη σύμπραξη για την εκτέλεση των αποφάσεων αυτών. Με τον όρο «εξίσου» αποδίδεται η θεμελιώδης αρχή του οικογενειακού δικαίου, περί της ισότιμης συμβολής και των δύο γονέων στην ανατροφή του τέκνου και την ανάπτυξη της προσωπικότητάς, η οποία είναι κοινωνικά ίσης αξίας και εξίσου σπουδαία. Αντιθέτως, με τον όρο «εξίσου», δεν εισάγεται ρύθμιση περί υποχρεωτικής ισόχρονης άσκησης της γονικής μέριμνας, αφού, παρεκτός του ότι, αν αυτή ήταν η βούληση του νομοθέτη, θα το είχε προβλέψει ρητά, στις περιπτώσεις διαζυγίου, ακύρωσης του γάμου ή διακοπής της συζυγικής συμβίωσης, η ερμηνεία αυτή θα οδηγούσε στην υποχρεωτική ίση χρονική κατανομή της γονικής μέριμνας με επακόλουθο την εναλλασσόμενη κατοικία του ανηλίκου τέκνου η οποία ενίοτε μπορεί να αποβεί σε βάρος της ψυχοσυναισθηματικής ισορροπίας του.
Σύστοιχη προς την υποχρέωση συνεργασίας των γονέων είναι και η καθιέρωση της αρχής της επικουρικότητας του ρόλου του δικαστηρίου μετά το χωρισμό των γονέων η οποία επίσης καθιερώνεται στην ΑΚ 1512, σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο επιλαμβάνεται μόνο κατ' εξαίρεση και μόνο για την επίλυση διαφωνιών των γονέων σε επιμέρους ζητήματα που αφορούν στην από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας. Αν υπάρχει συστηματική άρνησης συνεργασίας, το δικαστήριο δεν μπορεί να αποφασίσει με βάση την 1512 ΑΚ αλλά με βάση την 1514 ΑΚ, η οποία δεν αφορά σε αποφάσεις για επιμέρους διαφωνίες των γονέων αλλά σε παρεκκλίσεις από την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας. Πράγματι η συστηματική παραβίαση της απορρέουσας από το άρθρο 1512 ΑΚ υποχρέωσης συνεργασίας των γονέων, η οποία έχει ιδιαίτερη σημασία για την προαγωγή του συμφέροντος του παιδιού μετά το χωρισμό των γονέων του και για την αποτελεσματική λειτουργία της από κοινού επιμέλειας από τους γονείς επισύρει την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 1514 παρ. 2 ΑΚ, που προβλέπει ότι το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει παρέκκλιση από την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας. Έτσι ο ρόλος του δικαστηρίου έχει καταστεί πλέον αυστηρά επικουρικός με την έννοια ότι επιλαμβάνεται κατ' αρχήν μόνο στα πλαίσια της 1512 ΑΚ για επίλυση της διαφωνίας επί συγκεκριμένου ζητήματος στα πλαίσια της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας και μόνο αν δεν είναι δυνατή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας, εξαιτίας συστηματικής και επαναλαμβανόμενης διαφωνίας των γονέων, και ιδίως αν ο ένας γονέας αδιαφορεί ή δεν συμπράττει σε αυτήν ή δεν τηρεί την τυχόν υπάρχουσα συμφωνία για την άσκηση ή τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας ή αν η συμφωνία αυτή είναι αντίθετη προς το συμφέρον του τέκνου ή αν η γονική μέριμνα ασκείται αντίθετα προς το συμφέρον του τέκνου, και αφού οι γονείς έχουν προσφύγει στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, εξαιρουμένων των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας, αποφασίζει το δικαστήριο κατά το άρθρο 1514 παρ. 2 ΑΚ. Οι λόγοι για τους οποίους δεν μπορεί να λειτουργήσει η κοινή μέριμνα μπορεί να είναι είτε ανυπαίτιοι για τον έναν ή και τους δύο γονείς (πχ. διαφορετικές απόψεις σε θέματα ανατροφής, διαπαιδαγώγησης, θρησκευτικής παιδείας, μεγάλη απόσταση του τόπου διαμονής των δύο γονέων, έντονη επαγγελματική απασχόληση του ενός γονέα, μακροχρόνια απουσία του ενός γονέα για επαγγελματικούς ή άλλους λόγους) είτε υπαίτιοι (λ.χ. χρησιμοποίηση της άσκησης της επιμέλειας ως πρόσχημα για την εκδήλωση αισθημάτων εκδίκησης του άλλου γονέα, για την απόσπαση αθέμιτης οικονομικής ωφέλειας σε βάρος του άλλου γονέα, ψευδείς καταγγελίες εγκλημάτων κατά της γενετήσιας αξιοπρέπειας του τέκνου, κοκ). Στις περιπτώσεις αυτές καθένας από τους γονείς προσφεύγει σε διαμεσολάβηση, πλην των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας, και εν τέλει και επί αποτυχίας αυτής αποφασίζει το δικαστήριο. Αναφορικά λοιπόν με τις δυνατότητες του Δικαστηρίου, η διάταξη του άρθρου 1514 παρ. 2 ΑΚ επαναλαμβάνει την παλιά 1513 παρ. 1 ΑΚ, εκτός από τη δυνατότητα να αποφασίσει την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας.
Το Δικαστήριο δε κατά το άρθρο 1514 παρ. 3 ΑΚ, μπορεί ανάλογα με την περίπτωση: α) να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων, να εξειδικεύσει τον τρόπο άσκησής της στα κατ' ιδίαν θέματα ή να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας στον ένα γονέα ή σε τρίτο, β) να διατάξει πραγματογνωμοσύνη ή τη λήψη οποιουδήποτε άλλου πρόσφορου μέτρου, γ) να διατάξει διαμεσολάβηση ή την επανάληψη διακοπείσας διαμεσολάβησης, ορίζοντας συγχρόνως τον διαμεσολαβητή. Αυτό λοιπόν θα αποφασίσει, όποιο μέτρο θεωρήσει κατάλληλο για το παιδί, για το συγκεκριμένο παιδί και για τη συγκεκριμένη περίπτωση, με γνώμονα βέβαια το συμφέρον του παιδιού. Μπορεί να κατανείμει λειτουργικά την άσκηση της γονικής μέριμνας, ή να την αναθέσει εξ ολοκλήρου στον έναν, ή να την κατανείμει χρονικά, διατάσσοντας ίσως την εναλλασσόμενη κατοικία, αν τούτο επιβάλλει το συμφέρον του παιδιού.
Αν διαπιστώνεται ότι οι σχέσεις των γονέων έχουν πλήρως αποδομηθεί και ότι οι γονείς δεν πρόκειται να συνεργασθούν στο μέλλον προς το συμφέρον του παιδιού τους, το Δικαστήριο θα πρέπει να αποφασίζει την κατανομή της άσκησης της επιμέλειας ή την αποκλειστική ανάθεσή της στον έναν γονέα, υπό την προϋπόθεση ότι με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται αποτελεσματικότερα η αποφυγή συνεχών και γενικευμένων έριδων και συγκρούσεων μεταξύ των γονέων, ή κατά περίπτωση η καλύτερη φροντίδα του παιδιού προς το συμφέρον του, η προαγωγή του οποίου πρέπει να είναι το αξιολογικό κριτήριο για τη δικαστική ρύθμιση της γονικής μέριμνας. Αν δε το Δικαστήριο κρίνει ότι ο κανόνας της από της από κοινού άσκησης της επιμέλειας μπορεί να λειτουργήσει και είναι προς το συμφέρον του τέκνου, πρέπει να απορρίπτει την αγωγή, οπότε θα ισχύει ο κανόνας της εξακολούθησης της από κοινού άσκησής της. Αυτό μπορεί να συμβαίνει ιδίως στις περιπτώσεις εκείνες που οι διαφωνίες των γονέων δεν είναι θεμελιώδεις και σε όλα ή σχεδόν σε όλα τα θέματα της ανατροφής του παιδιού και ότι είναι συνεπώς δυνατή η λειτουργία της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας με δικαστική παρέμβαση σε επιμέρους μόνο ζητήματα της γονικής μέριμνας, όπως προδιαλήφθηκε.
Έτσι σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης των συζύγων ή διαζυγίου (άρθρο 1513 ΑΚ) το Δικαστήριο, εφόσον η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας δεν είναι δυνατή ή προς το συμφέρον του τέκνου, μπορεί να την αναθέσει σε ένα γονέα, ή να την αναθέσει σε τρίτο ή τέλος να την κατανείμει μεταξύ των γονέων, πάντοτε, όμως, με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου τέκνου και χωρίς να δεσμεύεται από συμφωνίες των γονέων που δε βρίσκονται σε αρμονία με το συμφέρον του, ακόμα και όταν γίνονται στα πλαίσια της συμβιβαστικής επίλυσης κατά το άρθρο 611 ΚΠολΔ, τις οποίες όμως πρέπει να λάβει υπόψη του.
Σύμφωνα λοιπόν με τη διάταξη του άρθρου 1514 παρ.3 ΑΚ το Δικαστήριο, που αποφασίζει επί διαφωνίας των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας, έχει ως δυνατότητα, ανάλογα με την περίπτωση, να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας. Η κατανομή αυτή μπορεί να γίνει με λειτουργικό κριτήριο και να αφορά ορισμένες μόνο από τις εξουσίες της γονικής μέριμνας (λειτουργική κατανομή). Στο πλαίσιο της λειτουργικής κατανομής το Δικαστήριο μπορεί να κατανείμει μεταξύ των γονέων μόνο ορισμένες πτυχές της επιμέλειας του προσώπου του παιδιού (λ.χ. σχολική επίβλεψη, θέματα υγείας, εκπαίδευσης, δραστηριοτήτων). Κατά τα λοιπά για την επιμέλεια και τις λοιπές εξουσίες της γονικής μέριμνας ισχύει ο κανόνας της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας κατ' άρθρο 1513 εδ. α ΑΚ και το Δικαστήριο δε χρειάζεται να αποφασίσει σχετικά. Ένας άλλος τρόπος κατανομής της γονικής μέριμνας, που συνιστά και αυτός κατά βάση παρέκκλιση απ' τον κανόνα της από κοινού άσκησης της επιμέλειας, όπως όλες οι περιπτώσεις που ορίζονται στην 1514 παρ. 2 ΑΚ είναι η χρονική κατανομή της άσκησης της επιμέλειας, ή εναλλασσόμενη άσκηση όλων των εκφάνσεων της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας ειδικότερα. Η χρονική κατανομή της άσκησης της γονικής μέριμνας πρέπει να αντιμετωπίζεται με προσοχή, καθώς έχει τα ίδια μειονεκτήματα με την εναλλασσόμενη διαμονή του παιδιού και μπορεί επιπλέον να εκθέσει το παιδί σε γονεϊκές επιλογές εκ διαμέτρου διαφορετικές ενώ υπάρχει ο ακόμα μεγαλύτερος κίνδυνος ο ένας γονέας να επιχειρεί να αναιρέσει τις επιλογές του άλλου, με αυτονόητα κακή επίπτωση στο παιδί. Για να λειτουργήσει, δηλαδή, αποτελεσματικά η χρονικά κατανεμημένη γονική μέριμνα ή επιμέλεια μεταξύ των δύο γονέων απαιτείται η στοιχειώδης δυνατότητα συνεννόησης, κατανόησης και εμπιστοσύνης μεταξύ τους και η λύση των διαφορών τους με καταφυγή πρωτίστως στη διαμεσολάβηση και ως έσχατο μέσο στα δικαστήρια.
Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της χρονικής κατανομής της άσκησης της επιμέλειας μεταξύ των γονέων και της εναλλασσόμενης διαμονής (κατοικίας) του τέκνου. Η πρώτη συνιστά μορφή κατανομής της άσκησης της γονικής μέριμνας κατά την οποία οι γονείς ασκούν εναλλάξ τη γονική μέριμνα με περιοδικότητα και συνεπάγεται ότι το παιδί έχει εναλλασσόμενη κατοικία στον τόπο της κατοικίας του γονέα του, ο οποίος στο πλαίσιο αυτό ασκεί μόνος του κάθε φορά τις πράξεις επιμέλειας του παιδιού για όλα τα θέματα, με εξαίρεση εκείνα που αφορούν στον πυρήνα, κατ' άρθρο 1519 παρ. 1 ΑΚ. Αντιθέτως, η εναλλασσόμενη διαμονή μπορεί να διαταχθεί από το Δικαστήριο αυτοτελώς, χωρίς την κατανομή της άσκησης της επιμέλειας, οπότε οι γονείς εξακολουθούν να ασκούν από κοινού την επιμέλεια του παιδιού (συνεπιμέλεια) σύμφωνα με τον κανόνα της 1513 εδ α'ΑΚ, με εξαίρεση μόνο εκείνες τις πράξεις επιμέλειας κατ' άρθρο 1513 εδ. β'ΑΚ, που μπορεί να επιχειρεί κάθε φορά μόνος του ο γονέας με τον οποίο διαμένει εκ περιτροπής το παιδί. Έτσι με τον κανόνα της διάταξης 1513 ΑΚ αποσυνδέεται ο τόπος διαμονής του παιδιού από την άσκηση της επιμέλειας. Συνεπώς, το παιδί μπορεί να διαμένει με τον έναν γονέα και η επιμέλεια να ασκείται από κοινού, με εξαίρεση τις πράξεις της επιμέλειας του άρθρου 1513 εδ. β'ΑΚ, και επίσης το παιδί να διαμένει εναλλακτικά και με τους δύο γονείς και η επιμέλεια να ασκείται από κοινού ή ακόμα και από τον έναν γονέα. Το Δικαστήριο στο πλαίσιο της δυνατότητας που έχει, κατ' άρθρο 1513 παρ. 3 ΑΚ, να εξειδικεύσει τον τρόπο άσκησής της γονικής μέριμνας στα κατ' ιδίαν θέματα, μπορεί εφόσον με τον τρόπο αυτό προάγεται το συμφέρον του συγκεκριμένου τέκνου, να αποφασίσει ως τόπο διαμονής του παιδιού εναλλασσόμενα τον τόπο κατοικίας καθενός από τους γονείς του (εναλλασσόμενη κατοικία). Εάν τούτο δεν προάγει το συμφέρον του παιδιού (λ.χ. επειδή οι γονείς ζουν σε διαφορετική πόλη ή σε μεγάλη απόσταση ο ένας από τον άλλο, το παιδί δεν είναι εξοικειωμένο με τον έναν γονέα, ο ένας γονέας ζει μακριά από το κέντρο των σχολικών, εξωσχολικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων του) συμπληρωματικό πυλώνα της από κοινού άσκησης της επιμέλειας του παιδιού από τους γονείς του αποτελεί η ενίσχυση του δικαιώματος της επικοινωνίας με το παιδί του γονέα με τον οποίο δε διαμένει, ώστε να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την ενίσχυση των δεσμών του παιδιού και με τους δύο γονείς του και την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο στην ανατροφή και φροντίδα του.
Περαιτέρω, εναλλασσόμενη διαμονή, όπως και η χρονική κατανομή, δεν σημαίνει απαραίτητα και ισόχρονη, δηλαδή ισοκατανομή του χρόνου διαμονής με τον κάθε γονέα αλλά πρέπει να προσδιορίζεται με βάση το συμφέρον του συγκεκριμένου εκάστοτε παιδιού, το οποίο δεν προάγεται γενικώς με μόνη τη διαπίστωση ότι είναι γενικώς προς το συμφέρον του παιδιού να μεγαλώνει και με τους δύο γονείς, αλλά πρέπει να διαπιστώνεται στη συγκεκριμένη εκάστοτε περίπτωση ότι το παιδί περνά ευχάριστα σημαντικό και με τους δύο γονείς του, ανεξάρτητα από τις μεταξύ τους διαφωνίες. Αντίθετα, η εναλλασσόμενη κατοικία δεν προάγει το συμφέρον του τέκνου στις περιπτώσεις που το ίδιο το παιδί δεν την επιθυμεί. Η κατ' αρχήν θέση είναι ότι παιδί πρέπει να μεγαλώνει και με την παρουσία και τη φροντίδα και των δύο γονέων του, σε συνάρτηση όμως πάντα με το συγκεκριμένο κάθε φορά συμφέρον του το οποίο μπορεί σε ορισμένη περίπτωση να επιβάλει αποκλίσεις. Αν η άσκηση της γονικής μέριμνας μοιραστεί ανάμεσα στους γονείς, λόγω διάστασής τους, ο γονέας στον οποίο έχει ανατεθεί η επιμέλεια αποφασίζει μόνος του για τα καθημερινά θέματα του τέκνου, δεν μπορεί, όμως, κατ' άρθρο 1519 ΑΚ να αποφασίζει μόνος του για θέματα που επηρεάζουν καίρια τη ζωή του τέκνου, ήτοι για την ονοματοδοσία του τέκνου, για το θρήσκευμα, για σημαντικά ζητήματα της υγείας του, καθώς και για ζητήματα εκπαίδευσης που επιδρούν αποφασιστικά στο μέλλον του, για τα οποία απαιτείται κοινή απόφαση των γονέων, διότι η κρίση για σημαντικά ζητήματα παραμένει στο πυρήνα της γονικής μέριμνας, που εν προκειμένω ανήκει και στους δύο.
Η κρίση του Δικαστηρίου στηρίζεται στο βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, το οποίο πρέπει να προάγεται στη συγκεκριμένη περίπτωση από την ουσιαστική συμμετοχή και των δυο γονέων στην ανατροφή και στη φροντίδα του. Ταυτόχρονα το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη την ικανότητα και πρόθεση καθενός εκ των γονέων να σεβαστεί τα δικαιώματα του άλλου, τη συμπεριφορά κάθε γονέα κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα και τη συμμόρφωσή του με τις νόμιμες υποχρεώσεις του, δικαστικές αποφάσεις, εισαγγελικές διατάξεις και προηγούμενες συμφωνίες που είχε συνάψει με τον άλλο γονέα και αφορούν το τέκνο (άρθρο 1511 παρ. 2 ΑΚ), ενώ ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του (άρθρο 1511 παρ. 4 ΑΚ). Σχετικά, σύμφωνα και με τη διάταξη του άρθρου 1514 παρ. 3 τελ. εδ, ουσιώδους σημασίας είναι και η ύπαρξη ιδιαίτερου δεσμού του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του και η περί αυτού ρητώς εκφραζόμενη προτίμησή του, την οποία συνεκτιμά το δικαστήριο ύστερα και από τη στάθμιση του βαθμού της ωριμότητάς του. Με δεδομένη την ύπαρξη του εν λόγω δεσμού του τέκνου προς το συγκεκριμένο γονέα, αυτός μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικότερης διαπαιδαγώγησης προς όφελος του ανηλίκου και επομένως ότι είναι ο πλέον κατάλληλος για την επιμέλεια του, όμως υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι ο ιδιαίτερος αυτός δεσμός του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του έχει αναπτυχθεί φυσιολογικά και αβίαστα ως ψυχική στάση, η οποία είναι προϊόν της ελεύθερης και ανεπηρέαστης επιλογής του ανηλίκου, που έχει την στοιχειώδη ικανότητα διάκρισης. Αντίθετα, δεν επικροτείται η υπαίτια συμπεριφορά του γονέα που αυτογνωμόνως μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης αποκόπτει εντελώς τον έτερο γονέα απ' την προβλεπόμενη απ' το νόμο από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας και διαμορφώνει συνθήκες αποκλεισμού του έτερου γονέα ακόμα και απ' την επικοινωνία του με το τέκνο (πχ επιλέγοντας τόπο κατοικίας πολύ μακριά απ' τον τόπο κατοικίας του έτερου γονέα), έτσι ώστε όταν θα προκύψει η ανάγκη για δικαστική ρύθμιση της υπόθεσης να επικαλεστεί τους ιδιαίτερους δεσμούς του τέκνου μαζί του και να επιτύχει ευνοϊκή υπέρ του απόφαση. Εξάλλου, κριτήριο για την καταλληλότητα ή μη του γονέα να του ανατεθεί η άσκηση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας των ανήλικων τέκνων ακόμα και κατ' αποκλεισμό του άλλου γονέα μπορεί να αποτελέσει και ο τρόπος άσκησης αυτής μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1536 ΑΚ, αν από τότε που εκδόθηκε δικαστική απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα και την επικοινωνία ανήλικου τέκνου με τους γονείς του μεταβλήθηκαν οι συνθήκες, το δικαστήριο οφείλει, κατόπιν αίτησης ενός ή και των δύο γονέων, των πλησιέστερων συγγενών ή του εισαγγελέα, να προσαρμόσει την απόφασή του στις νέες συνθήκες με την ανάκληση ή μεταρρύθμισή της σύμφωνα με το συμφέρον του τέκνου.
Συμπληρωματικός πυλώνας της μεταρρύθμισης του Ν. 4800/2021 αποτελεί η ενίσχυση της επικοινωνίας του παιδιού με το γονέα με τον οποίο δεν διαμένει με την οριοθέτηση ενός ελάχιστου χρόνου επικοινωνίας. Με το άρθρο 1520 ΑΚ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 4800/2021, προβλέπεται ότι γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση της, κατά το δυνατό, ευρύτερης επικοινωνίας με αυτό, στην οποία περιλαμβάνονται τόσο η φυσική παρουσία και επαφή του με το τέκνο, όσο και η διαμονή του τέκνου στην οικία του. Ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο οφείλει να διευκολύνει και να προωθεί την επικοινωνία του τέκνου με τον άλλο γονέα σε τακτή χρονική βάση. Η ως άνω αναφορά του νόμου σε υποχρέωση ερμηνεύεται ως αναγνώριση του λειτουργικού χαρακτήρα του δικαιώματος της επικοινωνίας με έχει συμβολικό και κατευθυντήριο ρόλο για τους γονείς και δεν εισάγει αγώγιμη αξίωση για εξαναγκασμό του γονέα σε επικοινωνία. Επίσης προβλέπεται ως ειδική υποχρέωση του γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο η διευκόλυνση και η προώθηση της επικοινωνίας του τέκνου με τον άλλο γονέα, η οποία νοείται ως η εμφύσηση στο παιδί καλών αισθημάτων για τον άλλο γονέα και η καλή συνεργασία προκειμένου να καθοριστούν οι πρακτικές λεπτομέρειες της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας. Σύμφωνα δε με την §2 του νέου άρθρου 1520 «Ο χρόνος επικοινωνίας του τέκνου με φυσική παρουσία με τον γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει, τεκμαίρεται στο ένα τρίτο (1/3) του συνολικού χρόνου, εκτός αν ο γονέας αυτός ζητά μικρότερο χρόνο επικοινωνίας, ή επιβάλλεται να καθορισθεί μικρότερος ή μεγαλύτερος χρόνος επικοινωνίας για λόγους που αφορούν στις συνθήκες διαβίωσης ή στο συμφέρον του τέκνου, εφόσον, σε κάθε περίπτωση, δεν διαταράσσεται η καθημερινότητα του τέκνου.» Με την ως άνω ρύθμιση επιχειρείται η οριοθέτηση ενός ελάχιστου χρόνου επικοινωνίας του τέκνου με το γονέα που δεν διαμένει, το οποίο συμβάλει στην ανάπτυξη της προσωπικότητας και της ψυχικής υγείας του ανήλικου.
Σαφώς ο πραγματικός χρόνος επικοινωνίας δεν είναι δυνατό να «τεκμαίρεται», γιατί δεν συνιστά ένα δυσαπόδεικτο πραγματικό γεγονός, το οποίο συνάγεται από τη συνδρομή κάποιου άλλου γεγονότος. Αυτό που εν προκειμένω πρέπει να προσδιοριστεί από το δικαστήριο είναι ο προσήκων χρόνος επικοινωνίας, που ικανοποιεί το δικαίωμα του γονέα για επικοινωνία και το συμφέρον του ανήλικου. Το τεκμήριο είναι μαχητό, με συνέπεια ο άλλος γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο να δύναται να αποδείξει ότι αυτός ο χρόνος επικοινωνίας δεν είναι ο προσήκων για το συμφέρον του παιδιού και πρέπει να μειωθεί λόγω των ειδικών συνθηκών διαβίωσης, όπως τις σχολικές υποχρεώσεις, την ηλικία, την κατάσταση της υγείας του. Ομοίως ο γονέας που αιτείται μικρότερο χρόνο επικοινωνίας από το 1/3 που προβλέπει το άρθρο 1520 ΑΚ έχει το βάρος απόδειξης ότι τούτο είναι δικαιολογημένο με βάσει τις συνθήκες διαβίωσης και το συμφέρον του τέκνου (λ.χ. ηλικία, ειδικές ανάγκες, σχολικές υποχρεώσεις), όχι όμως και του δικαιούχου γονέα (λ.χ. επαγγελματικές ενασχολήσεις, φόρτος εργασίας, νέα οικογένεια, παιδί από άλλη σχέση) ο οποίος πρέπει κατ' αρχήν να του αφιερώνει το 1/3 του συνολικού του χρόνου, άλλως στοιχειοθετείται κατ' αρχήν περίπτωση κακής άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας και του δικαιώματος της γονικής μέριμνας, λόγω του λειτουργικού τους χαρακτήρα.
Το συμφέρον του τέκνου, ως κριτήριο για τη ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο, αποτελεί αόριστη νομική έννοια, που εξειδικεύεται από το δικαστήριο ανάλογα με τις συνθήκες της συγκεκριμένης περιπτώσεως, συνεκτιμώντας τα πραγματικά περιστατικά που προκύπτουν με βάση αξιολογικά κριτήρια, αντλούμενα από τους κανόνες της λογικής και τα διδάγματα της κοινής πείρας, λαμβάνοντας υπόψη και τα πορίσματα της εξελικτικής ψυχολογίας και παιδοψυχιατρικής.
Η επικοινωνία περιλαμβάνει τόσο τη φυσική παρουσία και επαφή του γονέα με το τέκνο, όσο και τη διαμονή του τέκνου στην οικία του. Δεν περιλαμβάνει μόνο τη διαμονή του παιδιού στην οικία του γονέα, αλλά και άλλες μορφές επαφής, με φυσική παρουσία (λ.χ. ο γονέας δειπνεί με το παιδί ή το συνοδεύει σε δραστηριότητες) ή όχι (λ.χ. βιντεοκλήση, απλή τηλεφωνική επικοινωνία). Η επικοινωνία του παιδιού με τον γονέα βέβαια δεν πρέπει να διαταράσσει την «καθημερινότητα» του παιδιού. Αυτό σημαίνει ότι ο γονέας που επιδιώκει διευρυμένη επικοινωνία έχει τη δυνατότητα και την υποχρέωση να υλοποιήσει το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του παιδιού, που έχει συμφωνηθεί από τους δύο γονείς ή οριστεί από το δικαστήριο. Πλην, όμως, η μέριμνα να μη διαταραχθεί η σχολική τους φοίτηση και καθημερινότητα δεν θα πρέπει να οδηγεί στη λύση τα παιδιά να διαμένουν όλες τις εργάσιμες ημέρες με τον έχοντα την επιμέλεια γονέα και όλα τα Σαββατοκύριακα και διακοπές με τον άλλο γονέα, με αποτέλεσμα μεγάλες στρεβλώσεις στην ανάπτυξη της σχέσης τους με καθένα από τους δύο. Τούτο δε διότι θα βιώνουν μία απολύτως διχοτομική κατάσταση, όπου ο περιορισμένος χρόνος τους με τον έχοντα την επιμέλεια γονέα (λόγω σχολείου, μελέτης, εξωσχολικών δραστηριοτήτων, και ταυτόχρονα εργασίας και οικιακών δραστηριοτήτων του γονέα) θα χαρακτηρίζεται από υποχρεώσεις και όρια ενώ ο ποιοτικός χρόνος που θα περνούν με τον άλλο γονέα θα έχει ως κύριο χαρακτηριστικό την ευχαρίστηση.
Ακολούθως σύμφωνα με το 1520 εδ. δ' ΑΚ «Αποκλεισμός ή περιορισμός της επικοινωνίας είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους, ιδίως όταν ο γονέας με τον οποίον δεν διαμένει το τέκνο, κριθεί ακατάλληλος να ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας. Για τη διαπίστωση της ακαταλληλότητας του γονέα το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέσο, ιδίως την εκπόνηση εμπεριστατωμένης έκθεσης κοινωνικών λειτουργών ή ψυχιάτρων ή ψυχολόγων».
Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489 και 1493 ΑΚ προκύπτει ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωση, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή και ανάλογη με τις δυνάμεις τους υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμη και εάν αυτό έχει περιουσία, της οποίας, όμως, τα εισοδήματα ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του ανηλίκου δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του, η δε δικαιούμενη (ανάλογη) διατροφή του περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη συντήρηση, ανατροφή και εν γένει εκπαίδευσή του έξοδα. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβίωσης, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη επιτήρησης, εκπαίδευσης και την κατάσταση υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου. Για να καθοριστεί το ποσό της δικαιούμενης διατροφής αξιολογούνται κατ' αρχήν τα εισοδήματα των γονέων από οποιαδήποτε πηγή και στη συνέχεια προσδιορίζονται οι ανάγκες του τέκνου, καθοριστικό δε στοιχείο είναι οι συνθήκες της ζωής του, δηλαδή οι όροι διαβίωσής του. Η υποχρέωση διατροφής είναι κατά κανόνα χρηματική υποχρέωση, χωρίς όμως να αποκλείεται η εκπλήρωσή της και σε είδος. Παροχές σε είδος που συνυπολογίζονται στην υποχρέωση του γονέα για διατροφή του τέκνου, είναι, μεταξύ άλλων, η συνεισφορά της οικοκυράς, η παροχή οικίας, καθώς και η παροχή προσωπικών υπηρεσιών για την ανατροφή, περιποίηση, φροντίδα και επιμέλεια του τέκνου. Έτσι ο γονέας, που συζεί με το ανήλικο τέκνο, μπορεί, κατά τον υπολογισμό του οφειλόμενου από αυτόν ποσού διατροφής του, να συνυπολογίσει οτιδήποτε συνδέεται με την εξαιτίας της συνοίκησης πραγματική διάθεση χρημάτων για τις ανάγκες του τέκνου, όπως ενοίκιο, κατανάλωση ρεύματος, ύδατος, θέρμανσης κλπ, καθώς και άλλες προσωπικές υπηρεσίες που απορρέουν από αυτή.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων με την υπό στοιχ. α’ αγωγή εκθέτει, ότι από νόμιμο γάμο που τέλεσε με την εναγόμενη, απέκτησαν ένα τέκνο, τον …………….. Ότι η έγγαμη συμβίωσή τους δεν εξελίχθηκε ομαλά, καθόσον βρίσκονται σε διάσταση με την σύζυγό του, ήδη από τον μήνα Οκτώβριο του έτους 2020. Ότι δυνάμει δικαστικής αποφάσεως, ανατέθηκε προσωρινά στην εναγόμενη η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου του ανήλικου τέκνου τους και ρυθμίστηκε το δικαίωμα επικοινωνίας του ιδίου μ’ αυτό. Ότι επιθυμεί να αναλάβει και ο ίδιος από κοινού την επιμέλεια του τέκνου του και ότι αυτό είναι σε όφελος του τελευταίου. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά ζητεί: α) Να ανατεθεί η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου του από κοινού στους διαδίκους και περαιτέρω να εφαρμοστεί το σύστημα της εναλλασσόμενης κατοικίας του τέκνου με τη διαμονή αυτού για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών στην οικία του και για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών στην οικία της εναγόμενης και β. Να ρυθμιστεί το δικαίωμα της επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο του κατά το χρονικό διάστημα που δεν θα διαμένει με αυτό κατά τον αναλυτικά αναφερόμενο στην αγωγή.
Με αυτό το περιεχόμενο η υπό κρίση αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας σωρεύονται παραδεκτά, κατ’ άρθρο 610 του ΚΠολΔ, αγωγές ανάθεσης της επιμέλειας και επικοινωνίας ανηλίκου τέκνου, παραδεκτά (άρθρα 218 και 610 ΚΠολΔ), και αρμόδια καθ’ ύλην και κατά τόπον φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρα 17 περ. 2, 22 και 39 ΚΠολΔ), για να δικασθεί κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση, άρθρα 592 παρ. 1 και 3, 611, 612 σε συνδυασμό με 591 ΚΠολΔ, είναι δε ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1510, 1511, 1512, 1513, 1516, 1518, 1520 ΑΚ. Επομένως, πρέπει η αγωγή να εξετασθεί, περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι δεν ευοδώθηκε η κατ’ άρθρο 611 ΚΠολΔ απόπειρα του Δικαστηρίου για τη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς.
Με την υπό κρίση, υπό στοιχ. β’ αγωγή, η ενάγουσα εκθέτει, ότι από νόμιμο γάμο που τέλεσε με τον εναγόμενο, απέκτησαν ένα τέκνο, τον …………….. Ότι η έγγαμη συμβίωσή τους δεν εξελίχθηκε ομαλά, καθόσον βρίσκονται σε διάσταση με τον σύζυγό της, ήδη από τον μήνα Οκτώβριο του έτους 2020. Ότι δυνάμει δικαστικής αποφάσεως, ανατέθηκε στην ίδια προσωρινά η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου του ανήλικου τέκνου τους και ρυθμίστηκε το δικαίωμα επικοινωνίας του ιδίου μ’ αυτό. Ότι, το ως άνω ανήλικο τέκνο στερείται ιδίων πόρων και αδυνατεί να διατρέφει τον εαυτό του. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά ζητεί: α) να της ανατεθεί η αποκλειστική άσκηση της επιμέλειας του προσώπου του ως άνω ανηλίκου τέκνου, διότι αυτό επιβάλλεται από το αληθινό του συμφέρον, β) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλλει, υπό την ανωτέρω ιδιότητά της, ως συνεισφορά στην τακτική διατροφή του, το ποσό των εξακοσίων εβδομήντα πέντε (675) ευρώ, μηνιαίως, προκαταβαλλόμενη εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσεως μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και γ) να καθοριστεί οριστικά το δικαίωμα επικοινωνίας του εναγομένου με το ανήλικο τέκνο τους, κατά τον διαλαμβανόμενο στην αγωγή τρόπο. Ακολούθως, ζητεί να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, να απειληθεί σε βάρος του εναγομένου χρηματική ποινή ύψους χιλίων (1.000) ευρώ και προσωπική κράτηση δέκα (10) ημερών για κάθε παράβαση των διατάξεων της απόφασης που θα εκδοθεί και να καταδικασθεί ο αντίδικός της στα δικαστικά της έξοδα.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας σωρεύονται παραδεκτά, κατ’ άρθρο 610 του ΚΠολΔ, αγωγές ανάθεσης της επιμέλειας, επικοινωνίας και διατροφής ανηλίκου τέκνου, παραδεκτά και αρμόδια καθ’ ύλην και κατά τόπον φέρεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρ. 17 αριθ. 2,και 22 ΚΠολΔ), κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 592 παρ. 3, 593 επ., 610 επ., σε συνδυασμό με 591 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος να καθορισθεί το δικαίωμα επικοινωνίας του εναγόμενου με το ανήλικο τέκνο του, ως προς το οποίο η αγωγή είναι απαράδεκτη λόγω ενεργητικής νομιμοποίησης και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί, καθόσον το δικαίωμα επικοινωνίας γονέα και τέκνου είναι αυστηρά προσωποπαγές, απορρέει από διάταξη δημόσιας τάξης και συναρτάται αποκλειστικά με το πρόσωπο του φορέα του.
Περαιτέρω, η αγωγή είναι ορισμένη, διότι περιέχει όλα τα στοιχεία προκειμένου ο εναγόμενος να αμυνθεί και το δικαστήριο να τάξεις τις δέουσες αποδείξεις, απορριπτομένου του σχετικού ισχυρισμού του εναγομένου, περί αοριστίας του κονδυλίου της επιδιωκόμενης διατροφής, καθόσον κατά την διάταξη του άρθρου 216 ΚΠολΔ, για το ορισμένο της αγωγής διατροφής σε χρήμα ανηλίκου τέκνου, αρκεί, σύμφωνα με τα ανωτέρω στη μείζονα πρόταση εκτεθέντα, να εκτίθενται στο δικόγραφο αυτής η έλλειψη εισοδημάτων του ανηλίκου και η αδυναμία του να εργασθεί, τα περιουσιακά στοιχεία του εναγομένου γονέα του, οι ανάγκες του και το αιτούμενο, για όλες τις ανάγκες του, συνολικό ύψος της δαπάνης που αποτελεί, την κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις, ανάλογη διατροφή του, στοιχεία τα οποία εν προκειμένω εκτίθενται με σαφήνεια και πληρότητα, χωρίς να απαιτείται να εκτίθενται και οι οικονομικές δυνάμεις του άλλου γονέα, διότι το στοιχείο αυτό ανήκει στη βάση ενστάσεως από το άρθρο 1489 παρ. 2 ΑΚ, την οποία μπορεί να προτείνει ο εναγόμενος προς περιορισμό της υποχρεώσεως του προς διατροφή του τέκνου του, ισχυριζόμενος ότι το τέκνο έχει δικαίωμα διατροφής έναντι και του άλλου γονέα, ο οποίος υποχρεούται να συμβάλει στην διατροφή του τέκνου ανάλογα με τις προσδιοριζόμενες με την ένσταση οικονομικές του δυνάμεις. Επίσης δεν απαιτείται να εκτίθενται στην αγωγή, για το ορισμένο αυτής, οι διατροφικές ανάγκες του τέκνου αναλυτικώς και το ποσό που χρειάζεται για την κάλυψη καθεμιάς, αφού με το συνηθισμένο και εύχρηστο νομικό όρο "διατροφή" νοείται σαφώς το χρηματικό ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των αναγκών του δικαιούχου, δηλαδή για την τροφή, τη στέγαση, το φωτισμό, τη θέρμανση, την ένδυση, την ψυχαγωγία και τη νοσηλεία αυτού, καθώς και για την ανατροφή και την εκπαίδευση του. Ακολούθως, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390, 1485, 1486, 1489 παρ. 2, 1493, 1496 εδ. α', 1498, 1510, 1511, 1512, 1516, 1518 και 1519 ΑΚ, καθώς και σε εκείνες των άρθρων 176, 904, 907 και 910 αρ. 4 Κ.Πολ.Δ., πλην των παρεπόμενων αιτημάτων: α) περί κήρυξης της απόφασης που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστής στο σύνολό της, ήτοι και ως προς τις διατάξεις αυτής, που αφορούν τη ρύθμιση της άσκησης της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου, καθόσον το αίτημα αυτό δεν συμβιβάζεται με το διαπλαστικό χαρακτήρα των εν λόγω διατάξεων και β) περί απειλής σε βάρος του εναγόμενου χρηματικής ποινής ύψους χιλίων (1.000) ευρώ και προσωπικής κράτησης τριών (3) μηνών για κάθε παράβαση των διατάξεων της απόφασης που θα εκδοθεί αναφορικά με διάταξη αυτής που αφορά στην άσκηση της επιμέλειας του προσώπου των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων και στην επιδίκαση διατροφής αυτών, καθόσον, αφενός μεν, η διάταξη της απόφασης με την οποία ρυθμίζεται η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου των ανηλίκων τέκνων εξαντλεί, λόγω του διαπλαστικού χαρακτήρα της, την ενέργειά της στην παραγωγή δεδικασμένου, ώστε να μην τίθεται ζήτημα εξαναγκαστικών μέτρων για την υλοποίησή της, η δε απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης αναφέρεται μόνο σε καταψηφιστικές αποφάσεις - ως προς δε την προβλεπόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 613 και 950 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, διάταξη περί απόδοσης ή παράδοσης των τέκνων, αυτή έχει καταψηφιστικό χαρακτήρα και περιλαμβάνεται, πλέον αυτεπαγγέλτως, κατά τη ρητή επιταγή του άρθρου 613 του ΚΠολΔ, σε κάθε απόφαση με την οποία ανατίθεται η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου ανηλίκου τέκνου στον ένα γονέα - αφετέρου δε, η σχετική περί επιδίκασης διατροφής διάταξη ως εκ του καταψηφιστικού της χαρακτήρα εκτελείται κατά τις διατάξεις των άρθρων 951 και 953 επ. ΚΠολΔ, μη υφιστάμενου, στην περίπτωση αυτή, πεδίου εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 946 και 947 ΚΠολΔ περί έμμεσης εκτέλεσης.
Επομένως, η αγωγή και για όσα κρίθηκαν νόμιμα, πρέπει να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου, ότι για το αντικείμενο της αγωγής καταβλήθηκε από την ενάγουσα το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τα αναλογούντα υπέρ τρίτων ποσοστά, του δε εναγομένου νομίμως συμμετέχοντος στην παρούσα δίκη, καθόσον ο τελευταίος συμμορφώθηκε με την επιταγή του Δικαστηρίου να προκαταβάλει στην ενάγουσα των προς τη διεξαγωγή της παρούσας δίκης εξόδων της (άρθρο 173 παρ. 4 του ΚΠολΔ), όπως προκύπτει από την από ……………. απόδειξη καταβολής που υπογράφουν οι διάδικοι, ενώ πραγματοποιήθηκε και η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 611 ΚΠολΔ, προσπάθεια συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, η οποία ήταν ανεπιτυχής.
Από τη διάταξη του άρθρου 1487 εδ. 2 του ΑΚ σαφώς προκύπτει ότι, ο γονέας που οφείλει διατροφή στο ανήλικο τέκνο του, δεν μπορεί να αντιτάξει εναντίον του την ένσταση διακινδύνευσης της δικής του διατροφής. Έχει την υποχρέωση να διαθρέψει το ανήλικο παιδί του, εφόσον τα εισοδήματα της περιουσίας του και το προϊόν της εργασίας του δεν αρκούν για τη διατροφή του, έστω κι αν κινδυνεύσει η αυτοδιατροφή του. Κατ' εξαίρεση, μπορεί ο γονέας να αντιτάξει κατά του ανηλίκου τέκνου του την ένσταση της διακινδύνευσης της αυτοδιατροφής του, αν επικαλεστεί και αποδείξει: α) ότι το ανήλικο τέκνο μπορεί να στραφεί εναντίον άλλου υπόχρεου και β) το τέκνο μπορεί να διατραφεί αναλώνοντας την περιουσία του. Ως άλλος υπόχρεος νοείται και ο άλλος γονέας, προς τον οποίο μπορεί ο εναγόμενος να παραπέμψει το ανήλικο τέκνο, προκειμένου να αναζητηθεί από εκείνον το μέρος της διατροφής που δεν μπορεί να πληρώνει ο εναγόμενος, χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή. Σε αναφορά προς τον άλλο γονέα, όμως, υφίσταται και λειτουργεί υπέρ του εναγομένου και η ένσταση συνεισφοράς. Η ένσταση διακινδύνευσης είναι ανεξάρτητη από την ένσταση συνεισφοράς του άλλου γονέα στη διατροφή του τέκνου. Έτσι, εάν, μετά την προβολή ένστασης συνεισφοράς και τον (κατόπιν αυτής) υπολογισμό του ποσοστού συμμετοχής εκάστου γονέα στη διατροφή του ανηλίκου τέκνου, προκύπτει ότι, ο εναγόμενος δεν είναι σε θέση να καταβάλλει το ποσό συμμετοχής του, χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή, τότε είναι δυνατό με την προβολή της ενστάσεως διακινδύνευσης και με την προϋπόθεση ότι ο άλλος γονέας είναι σε θέση να πληρώνει το σύνολο της οφειλόμενης διατροφής, να απαλλαγεί πλήρως ο εναγόμενος από τη δική του υποχρέωση.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο εναγόμενος της υπό στοιχ. β’ αγωγής, με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, ισχυρίζεται, παραδεκτά κατ’ άρθρο 591 παρ. 1 περ. δ’ του Κ.Πολ.Δ. ότι, αν υποχρεωθεί να καταβάλει το αιτούμενο δια της αγωγής ποσό, ως διατροφή του ανηλίκου τέκνου του, θα διακινδυνεύσει η δική του διατροφή, επικαλούμενος προς τούτο το ενεργητικό της περιουσίας του και τις λοιπές υποχρεώσεις του κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στις προτάσεις του. Ο ισχυρισμός αυτός, αποτελεί την ένσταση διακινδύνευσης της διατροφής του εναγομένου, η οποία είναι μη νόμιμη και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί, διότι ο εναγόμενος δεν επικαλείται ότι το ανήλικο τέκνο του μπορεί να στραφεί εναντίον άλλου υπόχρεου προκειμένου να αναζητηθεί από εκείνον το μέρος της διατροφής που δεν μπορεί να πληρώνει ο ίδιος, χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή ή ότι μπορεί το ανήλικο τέκνο του να διατραφεί αναλώνοντας την περιουσία του, σύμφωνα με τα ανωτέρω στη μείζονα πρόταση εκτεθέντα.
Για την θεμελίωση της εκ του άρθρου 281 ΑΚ ένστασης καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος απαιτείται η προβολή (και απόδειξη) ιδιαίτερων περιστατικών, τα οποία σε συγκεκριμένη περίπτωση, καταδεικνύουν προφανή υπέρβαση των ορίων της καλής πίστης ή των χρηστών ηθών ή του κοινωνικού ή του οικονομικού σκοπού του δικαιώματος διατροφής, κατά την άσκησή του από την ενάγουσα για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους σε βάρος του εναγομένου, λ.χ. περιστατικά, από τα οποία συνάγεται σαφής και κατηγορηματική δήλωση του αιτούμενου την διατροφή τέκνου να μην υπάρχει πλέον μεταξύ του γεννήτορα και αυτού οποιοσδήποτε συναισθηματικός δεσμός ή σαφής προσβολή του προσώπου του εναγομένου υπόχρεου ή άλλα περιστατικά, από τα οποία να προκύπτουν ενέργειες του τέκνου, που να δείχνουν περιφρόνηση προς τον εναγόμενο πατέρα του και έλλειψη αγάπης και σεβασμού προς αυτόν. Σε κάθε πάντως περίπτωση είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη η προβαλλόμενη από τον εναγόμενο σχετική ένσταση, όταν τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά που τη θεμελιώνουν δεν αναφέρονται σε συμπεριφορά του δικαιούμενου διατροφής τέκνου, αλλά της συζύγου του και μητέρας αυτού.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο εναγόμενος της υπό στοιχ. β’ αγωγής, με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, καθώς και με τις νομίμως και εμπροθέσμως κατατεθείσες προτάσεις του, στις οποίες αναπτύσσονται διεξοδικά οι προταθέντες, κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, ισχυρισμοί του, ισχυρίζεται, παραδεκτά κατ’ άρθρο 591 παρ. 1 περ. δ’ του Κ.Πολ.Δ. ότι, η ενάγουσα, ζητά απ’ αυτόν να καταβάλλει, ως μηνιαία διατροφή, για το ανήλικο τέκνο τους, το ποσό των 675 ευρώ, το οποίο δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές μηνιαίες ανάγκες του τέκνου τους. Τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, συνιστούν την ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος του ενάγοντος ανηλίκου τέκνου των διαδίκων, που εκπροσωπείται στην παρούσα δίκη από την ασκούσα την επιμέλειά του, μητέρα του, η οποία είναι μη νόμιμη και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί, διότι τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά, στα οποία επιχειρείται να θεμελιωθεί η εν λόγω ένσταση, δεν αναφέρονται στη συμπεριφορά του δικαιούμενου διατροφής τέκνου, αλλά της εν διαστάσει συζύγου του και μητέρας αυτού, σύμφωνα με τα ανωτέρω στη μείζονα πρόταση εκτεθέντα, πέραν βέβαια και του ότι τα περιστατικά αυτά δεν είναι ικανά να καταστήσουν την άσκηση της ένδικης αξίωσης, προφανώς αντίθετη προς τα ακραία αξιολογικά όρια του άρθρου 281 ΑΚ.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, οι οποίες καταχωρίσθηκαν στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού, από την υπ’ αριθ. ……………. ένορκη βεβαίωση των μαρτύρων ……………. και ……………. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων - εναγόμενος, με πρωτοβουλία του οποίου έγιναν μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου του, από τις υπ’ αριθ. ……………., ……………., …………….ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ……………., …………….και …………….ενώπιον της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης ……………., που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα - εναγόμενη, με πρωτοβουλία της οποίας έγιναν μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου της, από όλα τα έγγραφα, δημόσια και ιδιωτικά, που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Οι διάδικοι τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο πολιτικό γάμο στο Δήμο ……………., στις ……………., ο οποίος εν συνεχεία ιερολογήθηκε κατά τους κανόνες της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, στον Ιερό Ναό ……………., στις …………….. Από τον γάμο τους απέκτησαν ένα (1) τέκνο, τον ……………., γεννηθέντα στις …………….. Η έγγαμη συμβίωση τους δεν εξελίχθηκε ομαλά και διασπάστηκε οριστικά τον μήνα Οκτώβριο του έτους 2020, έκτοτε δε το ανήλικο τέκνο των διαδίκων διαμένει με την ενάγουσα - εναγόμενη μητέρα του. Ακολούθως, δυνάμει της υπ’ αριθ. …………….αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) ανατέθηκε, προσωρινά, αποκλειστικά η επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου, στη μητέρα του, στην οποία και παραχωρήθηκε προσωρινά η χρήση της οικογενειακής στέγης των διαδίκων, ενώ ρυθμίστηκε και η επικοινωνία του τελευταίου με το τέκνο του, κατά τον αναφερόμενο στην ανωτέρω απόφαση τρόπο. Εκ των ανωτέρω προκύπτει, ότι η ενάγουσα - εναγόμενη, μητέρα του ανηλίκου, από της διασπάσεως της εγγάμου συμβιώσεώς των διαδίκων, ανέλαβε την αποκλειστική ευθύνη για την ανατροφή και επιμέλεια του προσώπου του, ασκεί δε το εν λόγω γονεϊκό καθήκον έως και την συζήτηση της παρούσας υποθέσεως με επάρκεια. Η εκτίμηση αυτή του Δικαστηρίου δεν αντικρούεται από την κατάθεση της ως άνω μάρτυρος απόδειξης - ανταπόδειξης ……………., η οποία δεν κατέθεσε οιοδήποτε πραγματικό περιστατικό από το οποίο να προκύπτει ότι η ενάγουσα - εναγομένη είναι ανεπαρκής, ως προς την άσκηση του γονεϊκού της καθήκοντος. Μάλιστα, ο ενάγων - εναγόμενος, δεν προέβαλλε με την αγωγή του αλλά και με τις προτάσεις του κάποιον ισχυρισμό, αναφορικά με την καταλληλότητα ή μη της ενάγουσας - εναγόμενης, ως προς την ανάθεση σ’ αυτήν της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου του, αντίθετα αιτήθηκε με την αγωγή του, να ανατεθεί η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου από κοινού στους διαδίκους γονείς του και περαιτέρω να εφαρμοστεί το σύστημα της εναλλασσόμενης κατοικίας του τέκνου με τη διαμονή αυτού για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών στην οικία του και για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών στην οικία της μητέρας του. Εν συνεχεία, αποδείχθηκε ότι μετά τη διάσπαση του εγγάμου βίου των διαδίκων οι σχέσεις τους επιδεινώθηκαν έτι περαιτέρω, με συνέπεια το τέκνο τους να βρίσκεται συχνά στο επίκεντρο των διαφωνιών των γονέων του, οι οποίες, μέχρι και σήμερα, αφορούν τον τρόπο διαπαιδαγώγησης του.
Αποτέλεσμα των αντιπαραθέσεων των διαδίκων ήτο η προσφυγή της ενάγουσας - εναγόμενης στην Εισαγγελία Ανηλίκων Θεσσαλονίκης, με εντολή της οποίας συντάχθηκε από την ……………., κοινωνική λειτουργό του Δήμου ……………., στο Πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι», έκθεση κοινωνικής έρευνας για τη διαγνωστική εκτίμηση αναγκών του παιδιού και της οικογένειας του ανηλίκου των διαδίκων. Συγκεκριμένα, από την κοινωνική έρευνα που διεξήχθη προκύπτει ότι το ανήλικο τέκνο έχει γίνει αποδέκτης επώδυνων καταστάσεων, αφού ήταν παρών σε έντονες διαφωνίες των γονέων του, οι οποίες τον έχουν επηρεάσει ψυχολογικά. …………….Όταν επέστρεφε στο σπίτι του με την μητέρα του, όπου εκεί υπήρχαν κανόνες και πρόγραμμα, ως προς τα ανωτέρω, αντιδρούσε, κατηγορώντας την μητέρα του, ότι τον περιορίζει και δεν τον αγαπά. Ωστόσο, σύμφωνα με την κοινωνική λειτουργό, με το πέρας του χρόνου και με κατάλληλους χειρισμούς της μητέρας του, αυτή του έδειξε το αντίθετο, με αποτέλεσμα, σήμερα ο ανήλικος να έχει ηρεμήσει, να είναι υπάκουος, συνεργάσιμος και να βοηθά την μητέρα του. Ακολούθως, από την διεξαχθείσα κοινωνική έρευνα προκύπτει, ότι ο ενάγων - εναγόμενος, δεν έχει αποδεχθεί τη διάσπαση του εγγάμου βίου του με την ενάγουσα - εναγόμενη, με αποτέλεσμα να είναι έντονες οι διαφωνίες τους, ενώ στο επίκεντρο αυτών τοποθετηθεί το ανήλικο τέκνο του, το οποίο υπεραγαπά. Πέρα από τον αθλητισμό που είναι το αντικείμενο των δραστηριοτήτων του, πιθανόν, κατά την κοινωνική λειτουργό, να μην γνωρίζει τον τρόπο ώστε να εκμαιεύει ενδιαφέροντα και δεξιότητες του υιού του. Σύμφωνα με την κοινωνική λειτουργό, η ενάγουσα - εναγόμενη ήδη έχει αναζητήσει βοήθεια από ειδικούς επιστήμονες από τον χώρο της ψυχικής υγείας, αρχικά για την ίδια, στη συνέχεια δε, και για το τέκνο της. Φοβόταν τις αντιδράσεις και τα ξεσπάσματα οργής του υιού της, έδινε μεγάλη βαρύτητα στα καθημερινά μηνύματα που λάμβανε από τον εν διστάσει σύζυγό της, πολλά εξ αυτών υποτιμητικά, τα οποία την άγχωναν και την στενοχωρούσαν. Ήδη, η ενάγουσα - εναγόμενη είναι πιο ήρεμη και δυναμική, η αλλαγή της δε αυτή, έχει θετικό αντίκτυπο στον υιό της, ο οποίος έχει κατανοήσει ότι το πρόγραμμα και τα όρια τον βοηθούν στην οργάνωση της καθημερινότητάς του. Κατά την κοινωνική λειτουργό, η ενάγουσα - εναγόμενη είναι ένας άνθρωπος κοινωνικός, ευγενής, ενώ μολονότι έχει βιώσει λεκτική και συναισθηματική βία, ωστόσο έχει ορθοποδήσει, σκέφτεται ώριμα και προσπαθεί για το βέλτιστο για το τέκνο της. ……………. Καταλήγοντας η κοινωνική λειτουργός, συμπεραίνει, ότι οι διάδικοι είναι προσωπικότητες με πολύ διαφορετικό τρόπο σκέψης, δεν έχουν βρει κοινά σημεία επικοινωνίας, με αποτέλεσμα να προσπαθεί ο καθένας να βρει τρόπο προσέγγισης προς το ανήλικο τέκνο του, μ’ αυτό τον τρόπο όμως, το ανήλικο γίνεται αποδέκτης διαφορετικών μηνυμάτων. Θεωρεί ότι ο ενάγων - εναγόμενος, λόγω του άστατου χαρακτήρα του δεν μπορεί εύκολα να του προσφέρει σταθερό και ασφαλές περιβάλλον, έχων κάποια «κενά», ως προς την αντίληψη του γονεϊκού του ρόλου, σε αντίθεση με τη μητέρα του. Με βάση λοιπόν τα προαναφερόμενα, το συμφέρον του ανήλικου και μάλιστα όχι μόνο το ψυχικό, αλλά και το σύνολο της διαμορφώσεως της προσωπικότητας του, υπαγορεύει στην παρούσα χρονική στιγμή, τη μη απόσπασή του από την μητέρα του, εφόσον δεν συντρέχει κάποιος ιδιαιτέρως σοβαρός, για αντίθετη ρύθμιση, λόγος, δεδομένου ότι βασικό κριτήριο για την ανάθεση της επιμέλειάς του, είναι και η μη διατάραξη του μέχρι σήμερα τρόπου ζωής του τέκνου και η διατήρηση της ψυχικής του ηρεμίας. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο κρίνει σκόπιμο, από την άποψη του συμφέροντος του τέκνου, να μην ασκείται από κοινού η επιμέλεια του προσώπου του, καθώς σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, λόγω και της έντονης διαμάχης των διαδίκων, θα ήταν αντίθετο προς το συμφέρον του. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, και ενόψει του γεγονότος ότι ήδη, μετά την έκδοση της προαναφερόμενης δικαστικής αποφάσεως, έχει επέλθει κάποιας μορφής σταθερότητα, ομαλότητα και ηρεμία στην ζωή του ανηλίκου, μετά την διάσπαση της εγγάμου συμβιώσεως των γονέων του, πρέπει η επιμέλεια του προσώπου του (ανηλίκου τέκνου) να ανατεθεί αποκλειστικά και οριστικά στην ενάγουσα - εναγόμενη, μητέρα του. Η ρύθμιση αυτή, περί αναθέσεως της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου στην μητέρα του, προκρίνεται από το Δικαστήριο ως αρμόζουσα στην περίπτωση αυτή. Άλλωστε, είναι το πρόσωπο που κατά κύριο λόγο φρόντιζε το ανήλικο τέκνο από την γέννησή του και εξακολουθεί να φροντίζει αυτό και να το περιβάλλει με στοργή και αγάπη, ενώ είναι πρόσωπο ικανό το αναθρέψει και να το διαπαιδαγωγήσει. Με την ως άνω ρύθμιση διασφαλίζεται περαιτέρω το ενδιαφέρον και η ενεργός συμμετοχή έκαστου γονέα του ανηλίκου, οι οποίοι διατηρούν από κοινού, την άσκηση των λοιπών λειτουργιών της γονικής του μέριμνας, σε κάθε κρίσιμο ζήτημα, που ήθελε προκύψει στη μέχρι της ενηλικιώσεώς του διαδρομή του βίου του και συνεπώς οι λοιπές λειτουργίες της γονικής του μέριμνας, δηλαδή η διαχείριση της περιουσίας και η εκπροσώπησή του, θα ασκούνται από κοινού από τους δύο διάδικους, γονείς.
Ενόψει λοιπόν του ότι η επικοινωνία του πατέρα του ανηλίκου παρίσταται προφανώς επωφελής για το τελευταίο και επιβάλλεται για λόγους ομαλής ψυχοσωματικής αναπτύξεώς του, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις συντρέχουσες περιστάσεις της προκειμένης υπόθεσης, τις βιοτικές συνθήκες, την ηλικία, τις ανάγκες εκπαίδευσης και τις ιδιαίτερες ασχολίες του ανηλίκου με αποκλειστικό γνώμονα το αληθινό συμφέρον του, όπως καθορίζεται από τις βιοτικές και ψυχικές ανάγκες του, κρίνει ότι πρέπει να ρυθμισθεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο του, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1520 ΑΚ, σύμφωνα με τα ανωτέρω στη μείζονα πρόταση εκτεθέντα. Συγκεκριμένα, πρέπει να ρυθμισθεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του ενάγοντος - εναγομένου με το ανήλικο τέκνο του, ως ακολούθως: ……………...
Να σημειωθεί ότι το Δικαστήριο οδηγήθηκε στην ανωτέρω κρίση, χωρίς να λάβει την γνώμη του ανήλικου τέκνου των διαδίκων, θεωρώντας ότι η τυχόν δικαστική του ακρόαση δεν υπηρετεί το αληθές συμφέρον του λόγω της μικρής του ηλικίας [επτά (7) ετών], της ανωριμότητάς του να αντιληφθεί το αληθές συμφέρον του και να κατανοήσει συναισθηματικά την διαδικασία έκδοσης της παρούσας απόφασης. Πρέπει, επιπλέον, να τονιστεί ότι τόσο η υπαίτια παράλειψη της παραπάνω υποχρέωσης από την πλευρά της ενάγουσας - εναγομένης να σέβεται και να προωθεί την επικοινωνία του ενάγοντος - εναγόμενου με τον υιό του, όσο και η υπαίτια παράλειψη της αυτοπρόσωπης επικοινωνίας από τον τελευταίο συνιστούν κακή άσκηση του γονεϊκού τους ρόλου (1532 παρ. 2 περ γ' και δ' ΑΚ), καθόσον η επικοινωνία του τέκνου με τον γονέα που δεν διαμένει, είναι καθοριστικής σημασίας για τη θεμελίωση ψυχικών και συναισθηματικών δεσμών των παιδιών με το γονέα αυτό, οι οποίοι και θα το βοηθήσουν στην ισορροπημένη ψυχολογική του ανάπτυξη.
Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, για λογαριασμό του οποίου ζητεί διατροφή η ενάγουσα - εναγόμενη μητέρα του, δεν έχει εισοδήματα από περιουσία, ούτε από οποιαδήποτε άλλη πηγή, ενώ δεν μπορεί βεβαίως να εργαστεί, λόγω της μικρής του ηλικίας και δεν έχει οποιαδήποτε περιουσία στην κυριότητα του. Έτσι δεν μπορεί να διαθρέψει τον εαυτό του και δικαιούται να λαμβάνει διατροφή, σε χρήμα, προκαταβαλλόμενη κατά μήνα, από τους υπόχρεους γονείς του, οι οποίοι ενέχονται ανάλογα με τις οικονομικές τους δυνάμεις. Ήδη, δυνάμει της υπ’ αριθ. ……………. αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), ο ενάγων - εναγόμενος υποχρεώθηκε να καταβάλλει στην ενάγουσα - εναγόμενη, υπό την ιδιότητα της ως ασκούσα την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου, ως προσωρινή συνεισφορά στην διατροφή του, το ποσό των 250 ευρώ μηνιαίως. Ο ενάγων - εναγόμενος εργάζεται, από τις …………….με σύμβαση τρίμηνης διάρκειας, ως ……………. στο ……………., με μηνιαίο μισθό 959,53 ευρώ. Συγχρόνως, έχει προσληφθεί ως ωρομίσθιος ……………, δυνάμει της από …………….σύμβασης μερικής και εκ περιτροπής εργασίας στο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σωματείο με την επωνυμία «…………….», όπου παραδίδει μαθήματα ……………., αντί ωρομισθίου 4,29 ευρώ, με ωράριο από την Δευτέρα έως την Παρασκευή από τις 17:00 έως τις 21:00 και το Σάββατο από τις 10:00 έως τις 14:00. Ο ίδιος αποτελεί ιδρυτικό μέλος του εν λόγω σωματείου …………….. Τη δραστηριότητα του αυτή τη συνέχισε και κατά τη διάρκεια που επιβλήθηκαν μέτρα αποτροπής της διάδοσης του κορωνοϊού, σύμφωνα με την από 07-11-20 ΚΥΑ αριθ. πρωτ. Δ1α/Γποικ.:71342, απορριπτομένου, ως αβασίμου του ισχυρισμού του ενάγοντος - εναγομένου, ότι κατά το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα είχε απαγορευθεί η ενασχόληση με το …………….. Κατά το παρελθόν είχε διατελέσει εταίρος στην ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «……………..», η οποία είχε ως αντικείμενο ……………., η οποία το έτος …………… λύθηκε. Ο ενάγων - εναγόμενος ισχυρίζεται ότι από την εργασία του στο ως άνω σωματείο αποκερδαίνει μηνιαίως το ποσό των 429 ευρώ. Ωστόσο, το Δικαστήριο κρίνει ότι από την προαναφερόμενη ενασχόλησή του αποκερδαίνει μηνιαίως τουλάχιστον το ποσό των 850 ευρώ, τούτο δε προκύπτει και από τις δαπάνες στις οποίες αυτός υποβάλλεται μετά από τη διάσπαση του εγγάμου βίου του (διατροφή τέκνου, μίσθωμα κατοικίας στο οποίο διαμένει, χρήση αυτοκινήτου, λοιπά έξοδα διαβίωσης). Διαμένει σε μισθωμένη οικία που κείται στη ……………., επί της οδού ……………., αντί μισθώματος ποσού 400 ευρώ, μηνιαίως. Είναι συγκύριος κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, του υπολοίπου ποσοστού ανήκοντος στην ενάγουσα - εναγόμενη, της ως άνω οικίας, που κείται στην ……………., επί της οδού ……………., στο οποίο διαμένει η εν διαστάσει σύζυγός του με το τέκνο τους. Είναι κύριος ενός διαμερίσματος που κείται στη ……………., επί της οδού ……………., στο οποίο διαμένουν οι γονείς του. Επίσης, είναι κύριος του υπ’ αριθ. κυκλοφορίας ……………. Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου μάρκας, ……………., έτους 2005. Βαρύνεται, με τις λειτουργικές δαπάνες της οικίας στην οποία διαμένει, καθώς επίσης και με τις συνήθεις δαπάνες διατροφής της και κάλυψης των λοιπών ατομικών του αναγκών (διατροφή, ένδυσης, ψυχαγωγίας κ.λ.π.). Δεν έχει εισοδήματα από άλλες πηγές ή άλλη περιουσία και δεν βαρύνεται με υποχρέωση διατροφής έναντι άλλου προσώπου, πλην του ως άνω ανηλίκου τέκνου του. Η ενάγουσα - εναγόμενη εργάζεται ως …………… στο ……………., σε ειδικό, αντί μισθού, ποσού 856 ευρώ μηνιαίως. Είναι εξειδικευμένη στους …………… και στο ……………, λόγω δε της προηγούμενης απασχόλησής της σε ιδιωτικά …………., διατηρεί τακτική συνεργασία με …………… και παραδίδει στις …………… μαθήματα ………….., αποκομίζοντας από την εργασία αυτή τουλάχιστον το ποσό των 500 ευρώ μηνιαίως. Είναι συγκύρια κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, του υπολοίπου ποσοστού ανήκοντος στον ενάγοντος - εναγόμενου, της ως άνω οικίας, που κείται στην ……………., επί της οδού ……………., στο οποίο διαμένει με το τέκνο της και συνεπώς δεν βαρύνεται με δαπάνες στέγασης, βαρύνεται, όμως με τις λειτουργικές δαπάνες της οικίας, οι οποίες όμως είναι μειωμένες ένεκα της συνοικήσεώς της με το τέκνο της, καθώς επίσης και με τις συνήθεις δαπάνες διατροφής της και κάλυψης των λοιπών ατομικών της αναγκών (διατροφή, ένδυσης, ψυχαγωγίας κ.λ.π.). Είναι κυρία του ενός IX. Ε. αυτοκινήτου μάρκας, ……………., έτους 2020. Βαρύνεται με δαπάνη ποσού 200 ευρώ μηνιαίως για τα έξοδα βενζίνης που καταναλώνει το όχημά της, προκειμένου να μεταβαίνει καθημερινά στην εργασία της στο …………….. Δεν έχει εισοδήματα από άλλες πηγές ή άλλη περιουσία και δεν βαρύνεται με υποχρέωση διατροφής έναντι άλλου προσώπου, πλην του ως άνω τέκνου της. Το ανήλικο τέκνο των διαδίκων είναι ηλικίας, κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής, επτά (7) ετών. Φοιτά σε δημόσιο σχολείο. Παρακολουθεί μαθήματα …………. και ………. αντί συνολικών μηνιαίων διδάκτρων ποσού 40 ευρώ, καθώς επίσης και μαθήματα ………., ποσού 11 ευρώ, μηνιαίως. Διαμένει, ως προαναφέρθηκε με τη μητέρα του, στο ανωτέρω διαμέρισμα, συνιδιοκτησίας της τελευταίας και ως εκ τούτου βαρύνεται με την ανάλογη συμμετοχή του στις κοινόχρηστες δαπάνες και στις δαπάνες για λογαριασμούς κοινής ωφέλειας (Δ.Ε.Η, Ο.Τ.Ε, ΕΥΔΑΠ κλπ), που είναι οι συνήθεις. Οι λοιπές δαπάνες διαβίωσης του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων (διατροφής, ένδυσης, υπόδησης, παραθέρισης, ψυχαγωγίας, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης πέραν των όσων καλύπτονται από τον ασφαλιστικό οργανισμό όπου είναι εμμέσως ασφαλισμένο, αγοράς εκπαιδευτικού υλικού) είναι οι συνήθεις δαπάνες των ανηλίκων τέκνων της ηλικίας του της αυτής οικονομικής και κοινωνικής καταστάσεως των γονέων του.
Λαμβανομένου υπόψη ότι κρίσιμος χρόνος για τον προσδιορισμό της έκτασης και του ύψους της διατροφής είναι ο χρόνος συζήτησης της αγωγής από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά που αποδεικνύονται, προκύπτει ότι, ενόψει των συνθηκών της ζωής του άνω ανηλίκου τέκνου, όπως αυτές προσδιορίζονται όχι μόνο από την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του, τις κλίσεις και τις ικανότητες του και τις προς αποκατάσταση του απαιτήσεις, αλλά και από τις συνθήκες και τις δυνάμεις των γονέων του, που προαναφέρθηκαν, η απαιτούμενη, ανάλογη με τις συνθήκες αυτές, διατροφή του, κατά την ένδικη διετία, ανέρχεται στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ μηνιαίως. Με το ποσό αυτό μπορούν να καλυφθούν όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση, την ανατροφή και εκπαίδευση του, ώστε να εξασφαλισθεί επίπεδο διαβίωσης του ανταποκρινόμενο προς το επίπεδο που αρμόζει στην ηλικία του, στις συνθήκες υπό τις οποίες έζησε πριν από το χωρισμό των γονέων του και προς το επίπεδο ζωής των γονέων του. Ειδικότερα, μπορούν να καλυφθούν οι δαπάνες, στέγασης, τροφής, ένδυσης, ψυχαγωγίας, παραθερισμού, αγοράς σχολικών ειδών, όπως και εκπαίδευσης του. Στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνεται και η, ως εκ της εκεί διαβιώσεώς του, προκύπτουσα επιβάρυνση των λειτουργικών εξόδων της οικίας όπου διαμένει με την μητέρα του, τα οποία φέρει η τελευταία, ενώ, συνυπολογίζονται και οι αποτιμώμενες σε χρήμα, συναφείς με την περιποίηση και φροντίδα του προσώπου του υπηρεσίες, των οποίων έχει άμεση ανάγκη για την ανατροφή του και προσφέρονται σ’ αυτό από την ίδια (μητέρα του).
Μετά ταύτα, για τον προσδιορισμό της συνεισφοράς που βαρύνει τους γονείς του άνω ανηλίκου πρέπει να γίνει αναγωγή της οικονομικής δυνατότητας έκαστου γονέα στο σύνολο των εισοδημάτων του. Έτσι, ο ενάγων - εναγόμενος πατέρας του πρέπει, με βάση την προαναφερθείσα οικονομική δυνατότητά του και την προσωπική κατάστασή του, συσχετιζόμενη με την αντίστοιχη οικονομική δυνατότητα και την προσωπική κατάσταση της μητέρας του άνω ανηλίκου, να συνεισφέρει, το ποσό των διακοσίων τριάντα (230) ευρώ μηνιαίως, ενώ το υπόλοιπο, κατά μήνα, ποσό που είναι αναγκαίο για τη διατροφή του άνω ανηλίκου του, ήτοι ποσό εκατόν εβδομήντα (170) ευρώ, βαρύνει την ενάγουσα - εναγόμενη μητέρα του, με την προσφορά των προσωπικών της υπηρεσιών στην ανατροφή του και των λοιπών, συνδεόμενων με τη συνοίκησή τους, παροχών αλλά και με την ανάλωση μέρους του εισοδήματος της, ως έχουσα, κατά νόμο, συντρέχουσα και ανάλογη των οικονομικών και εν γένει δυνατοτήτων της υποχρέωση διατροφής του.
Κατόπιν των ανωτέρω εκτεθειμένων, πρέπει η υπό στοιχ. Α’ συνεκδικαζόμενη αγωγή, αφού απορριφθεί, ως ουσιαστικά αβάσιμη, ως προς αίτημα να ανατεθεί η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου από κοινού στους διαδίκους και περαιτέρω να εφαρμοστεί το σύστημα της εναλλασσόμενης κατοικίας αυτού (τέκνου), να γίνει αυτή δεκτή, ως βάσιμη στην ουσία της και να ρυθμισθεί οριστικά το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του, κατά τον αναφερόμενο στο διατακτικό τρόπο. Ακολούθως, πρέπει η υπό στοιχ. Β’ συνεκδικαζόμενη αγωγή, να γίνει εν μέρει δεκτή, ως βάσιμη στην ουσία της.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις με γενικό - ειδικό αριθμό κατάθεσης ……………. (υπό στοιχ. Α’) και ……………. (υπό στοιχ. Β’), αγωγές, αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
ΔΕΧΕΤΑΙ τη με γενικό - ειδικό αριθμό κατάθεσης ……………. (υπό στοιχ. Α') αγωγή, ως προς το αίτημα περί ρύθμισης του δικαιώματος επικοινωνίας του ενάγοντος με το τέκνο του.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ το δικαίωμα επικοινωνίας του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του, τις ημέρες που αυτό δεν θα διαμένει με τον ίδιο και υποχρεώνει, αντιστοίχως, την εναγόμενη μητέρα του, ν’ ανέχεται την επικοινωνία αυτή, ως εξής: …………….. Σε όλες τις προαναφερόμενες περιπτώσεις το ως άνω ανήλικο τέκνο των διαδίκων θα παραλαμβάνεται από τον πατέρα του, κατά τα προαναφερόμενα εναρκτήρια χρονικά σημεία, από την κατοικία της μητέρας του, όπου θα επαναφέρεται από τον ίδιο κατά τα οριζόμενα ανωτέρω καταληκτικά χρονικά σημεία.
ΑΠΕΙΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης, για την περίπτωση μη εκτέλεσης της αμέσως ανωτέρω διάταξης, χρηματική ποινή ποσού τριακοσίων (300) ευρώ υπέρ του ενάγοντος πατέρα του ανηλίκου και προσωπική κράτηση διάρκειας ενός (1) μηνός.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την με γενικό - ειδικό αριθμό κατάθεσης ……………. αγωγή
ΑΝΑΘΕΤΕΙ οριστικά στην ενάγουσα την αποκλειστική άσκηση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τον εναγόμενο πατέρα του ανηλίκου να το αποδώσει στην ενάγουσα μητέρα του.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ αυτήν στην εκτέλεση της ανωτέρω πράξης.
ΑΠΕΙΛΕΙ σε βάρος του εναγομένου, για την περίπτωση μη εκτέλεσης της αμέσως ανωτέρω διάταξης, χρηματική ποινή ποσού τριακοσίων (300) ευρώ υπέρ της ενάγουσας μητέρας του ανηλίκου και προσωπική κράτηση διάρκειας ενός (1) μηνός.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο να καταβάλλει στην ενάγουσα, υπό την ιδιότητά της, ως ασκούσα αποκλειστικά την επιμέλεια του προσώπου του ως άνω ανηλίκου τέκνου, το ποσό των διακοσίων τριάντα (230) ευρώ, μηνιαίως, ως συνεισφορά στην τακτική σε χρήμα διατροφή του, προκαταβολικώς εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης και μέχρι την εξόφληση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, ως προς τις καταψηφιστικές της διατάξεις.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα μεταξύ των ενήλικων διαδίκων δικαστικά έξοδα.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εναγόμενο (υπό στοιχείο β' αγωγής) στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ανήλικου ενάγοντος (υπό στοιχείο β' αγωγής) τέκνο του, το οποίο ορίζει στο αντίστοιχο του ήδη προκαταβληθέντος για την αιτία αυτή ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και ΑΠΟΦΑΣΙΣΘΗΚΕ την 15 Ιουλίου 2022.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στη Θεσσαλονίκη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, στις 15 Ιουλίου 2022.