Απόφαση 6514/2017 ΕιρΘεσ (Νόμος Κατσέλη)

Κοινή αίτηση Νόμου Κατσέλη συνταξιούχων συζύγων. Δέχεται την αίτηση. Ρυθμίζει τα χρέη των αιτούντων με συνολικές καταβολές 17.007,60€ για έκαστο εξ αυτών, που καλύπτουν τόσο τη ρύθμιση για την απαλλαγή από τις οφειλές, καθώς και ρύθμιση για τη διάσωση της κύριας κατοικίας τους. Κούρεμα 70% περίπου επί της οικογενειακής οφειλής (συνολική οφειλή του συζύγου 122.152,06€ και της συζύγου 131.809,96€).
Η κατωτέρω απόφαση υπαγωγής στο νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά αφορά πελάτες μας συνταξιούχους δανειολήπτες, πρώην μισθωτούς ιδιωτικούς υπαλλήλους (ναυτικός, μοντελίστ). Ο μεγαλύτερος όγκος της οφειλής τους προερχόταν από στεγαστικά δάνεια, που έλαβαν για την αγορά και εξοπλισμό της μοναδικής τους κατοικίας. Ειδικότερα, οι κοινές οφειλές τους από τα στεγαστικά δάνεια ανέρχονταν σε 126.044,60€ και περαιτέρω όφειλαν ξεχωριστά σε πιστωτικές κάρτες ο σύζυγος 907,46€ και η σύζυγος 10.565,36€. Με την εκδοθείσα δικαστική απόφαση διατάχθηκε για την απαλλαγή τους από τις οφειλές να καταβάλλουν το ποσό των 80,00€ έκαστος κάθε μήνα για πέντε έτη, δηλαδή 4800,00€ ο καθένας ή 9.600,00€ ως οικογένεια συνολικά. Για τη δε διάσωση της κύριας κατοικίας τους από την εκποίηση ορίστηκαν καταβολές 101,73€ γα έκαστο μηνιαίως για δέκα χρόνια, δηλαδή 12.207,60€ συνολικά για τον καθένα, ήτοι 24.415,20€ ως οικογένεια. Ταυτόχρονα, από την κατάθεση της αίτησής τους για υπαγωγή στο Νόμο Κατσέλη μέχρι και τη συζήτηση αυτής είχαν καταβάλλει το συνολικό ποσό των 3.060,00€, το οποίο και προσμετρήθηκε στις καταβολές για την εξαίρεση της κατοικίας τους από τη ρευστοποίηση.
Οι αντίδικες πιστώτριες εταιρείες προέβαλαν με τις προτάσεις τους την ένσταση αοριστίας της αίτησης Ν. 3869/2010, την ένσταση δόλιας περιέλευσης σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμής, καθώς και την ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος, οι οποίες και απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο.
Η δικαστική απόφαση χαροποίησε τόσο εμάς, όσο και τους πελάτες μας, εφόσον θα τους επιτρέψει να περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους με οικονομική ασφάλεια και ηρεμία.
Αριθμός 6514/2017
Εκούσια Δικαιοδοσία
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη .........., που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Ειρηνοδικείου, με την παρουσία της Γραμματέως ...........
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την 16 Μαΐου 2017 για να δικάσει την αίτηση των:
ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: 1) .......... και 2) .........., κατοίκων Σταυρούπολης Θεσσαλονίκης, οι οποίοι παραστάθηκαν μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Αθανασίου Ρόζου (A.M. 8229).
ΤΩΝ ΜΕΤΕΧΟΥΣΩΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΡΙΩΝ, οι οποίες κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους (άρθρο 4 του Ν. 3869/2010 και 748 παρ. 1 ΚΠολΔ):
1) Η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «..........», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της .......... και
2) Η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «..........», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε στη δίκη και ήταν απούσα.
Οι αιτούντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 23-3-2012 και με αριθμ. εκθ. καταθ. 4.931/2012 αίτησή τους, που απευθύνεται προς το Δικαστήριο αυτό, για όσους λόγους επικαλούνται σ' αυτή.
Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το σχετικό πινάκιο στη σειρά της και κατά τη συζήτηση της στο ακροατήριο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. 11.938/Δ/17.04.2012 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης .........., που προσκομίζουν οι αιτούντες, αντίγραφο της αίτησής τους, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση, για την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 09.03.2016, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα (εντός μηνός από την υποβολή της αίτησης) στην περιλαμβανόμενη στην υποβληθείσα από αυτούς κατάσταση πιστωτριών τους, «..........», για να παρασταθεί σ' αυτήν. Κατά την παραπάνω ημερομηνία η συζήτηση της αίτησης αναβλήθηκε για την σημερινή δικάσιμο, στο πινάκιο της οποίας ενεγράφη, εγγραφή που ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Εφόσον η ως άνω καθ' ης δεν εμφανίσθηκε κατά την παραπάνω δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο, πρέπει να δικαστεί ερήμην, να προχωρήσει δε η συζήτηση της υπόθεσης σαν να είχε εμφανισθεί (άρθρ. 754 παρ.2 ΚπολΔ).
Με την κρινόμενη αίτησή τους, όπως παραδεκτά συμπληρώθηκε, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, οι αιτούντες, επικαλούμενοι έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους προς τις πιστώτριες, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητούν, όπως σαφώς συνάγεται από όλο το περιεχόμενο της αίτησης, τη ρύθμιση του χρέους τους, με την εξαίρεση της κύριας κατοικίας τους, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλουν και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή τους κατάσταση, που εκθέτουν αναλυτικά, με σκοπό την εν μέρει απαλλαγή απ' αυτά.
Με το παραπάνω περιεχόμενο η αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας διαδικασίας των άρθρων 741 επ. ΚΠολΔ και είναι ορισμένη. Παραδεκτά φέρεται να συζητηθεί καθότι: α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού που προβλεπόταν από την παρ.2 του άρθρου 4 του Ν.3869/2010, η οποία εξακολουθεί να ισχύει όμως για τις εκκρεμούσες αιτήσεις (άρθρ. 19 παρ. 3 Ν. 4161/2013), με την διαμεσολάβηση προσώπου απ' αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το νόμο (βλ. άρθρο 2 ν. 3869/2010), ο οποίος απέτυχε, όπως βεβαιώνεται από τον διαμεσολαβητή, Δικηγόρο Θεσσαλονίκης Αθανάσιο Ρόζου β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του άρθρου 2 παρ.1 ν. 3869/ 2010 από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση των αιτούντων για ρύθμιση των χρεών τους στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή τους για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ' άρθρο 13 παρ.2 (βλ. σχετικές βεβαιώσεις των γραμματέων του Δικαστηρίου αυτού και του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Παραδεκτά εισάγεται για συζήτηση μετά: α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση των πιστωτριών και επίδοση σ' αυτές των εγγράφων του άρθρου 5 παρ.1 ν. 3869/2010, β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού των εγγράφων του άρθρου 4 παρ.2 και 4 ν. 3869/2010 (βεβαίωσης αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού, υπεύθυνης δήλωσης για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων κλπ) και γ) την αποτυχία του δικαστικού συμβιβασμού. Περαιτέρω η αίτηση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις 1, 4, 5, 6 παρ.3, 8 και 9 του ν. 3869/2010, όπως ίσχυε μετά την τροποποίηση του με το νόμο 4161/2013, καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σ' αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής των αιτούντων στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικά πρόσωπα, στερούμενα πτωχευτικής ικανότητας και έχουν ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών τους, πρέπει επομένως να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα μετά την καταβολή των νομίμων τελών συζήτησης.
Η μετέχουσα πιστώτρια αρνείται την κρινόμενη αίτηση ως νομικά και ουσιαστικά αβάσιμη και προτείνει την ένσταση αοριστίας για τους λόγους που αναλύει στις επί της έδρας κατατεθείσες προτάσεις της, λόγοι, ωστόσο, που τυγχάνουν απορριπτέοι, καθότι η έλλειψη των επικαλουμένων στοιχείων δεν καθιστά απορριπτέα ως απαράδεκτη την κρινόμενη αίτηση λόγω αοριστίας, διότι ο' αυτή (αίτηση), πέραν των στοιχείων που αναφέρονται στη μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών από τον οφειλέτη - φυσικό πρόσωπο, πρέπει να περιέχονται και: α) κατάσταση της περιουσίας των αιτούντων και των εισοδημάτων του συζύγου εκάστου, β) κατάσταση των πιστωτών τους και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και γ) σχέδιο διευθέτησης οφειλών, στοιχεία που περιέχονται στην κρινόμενη αίτηση (Κρητικός, ρύθμιση ν. 3869/2010 σελ.64 και Ε. Κιουπτσίδου Αρμεν./64-Ανάτυπο σελ. 1477) και ουδέν άλλο στοιχείο απαιτείται για την πληρότητα του ορισμένου της. Συνεπώς τα προαναφερόμενα στοιχεία από την παραπάνω πιστώτρια θα αποτελέσουν θέματα της αποδεικτικής διαδικασίας.
Η ως άνω πιστώτρια ισχυρίζεται, επίσης, ότι οι αιτούντες δόλια περιήλθαν σε αδυναμία πληρωμής διότι προέβησαν σε δανεισμό, παρά το γεγονός ότι διέθεταν αξιόλογα εισοδήματα, που τους επέτρεπαν να ζουν άνετα και ενώ γνώριζαν ήδη από το χρόνο κατάρτισης των συμβάσεων ότι, σε περίπτωση αδυναμίας εκπλήρωσης των οφειλών, λόγω της βαρύτητάς τους, θα επέρχετο παύση των πληρωμών τους. Η ένσταση αυτή, που θεμελιώνεται σε ισχυρισμό της καθ' ης περί ύπαρξης δόλου των αιτούντων κατά το χρόνο σύναψης των συμβάσεων, πρέπει ν' απορριφθεί ως νομικά αβάσιμη για τους εξής λόγους: Η αρχή της καλόπιστης εκτέλεσης των ενοχών, που καθιερώνεται από τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ, στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής και στην επαναφορά της ισορροπίας των παροχών, που διαταράχθηκε από διάφορα περιστατικά - προβλεπτά ή απρόβλεπτα - με κριτήρια αντικειμενικά, για την ασφάλεια των συναλλαγών και γενικότερα του δικαίου (βλ. σχετ, Β. Βαθρακοκοίλης - «Αναλυτική ερμηνεία - νομολογία του ΑΚ», τ. I, έκδοση 1994, άρ. 288, σελ.423). Με το Ν.3869/2010 παρέχεται στο φυσικό πρόσωπο η δυνατότητα της ρύθμισης των χρεών του, με απαλλαγή από αυτά και βρίσκει νομιμοποίηση ευθέως στο ίδιο το κοινωνικό κράτος δικαίου, που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μία - χωρίς διέξοδο και προοπτική - κατάσταση, από την οποία - άλλωστε - και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μία τέτοια απαλλαγή χρεών δεν παύει όμως να εξυπηρετεί κι ευρύτερα το γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν μέσω των εν λόγω διαδικασιών την αγοραστική τους δύναμη, προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο Ν. 3869/2010 εξειδικεύοντας τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής του οφειλέτη, καθότι καθορίζει τις προϋποθέσεις ρύθμισης των χρεών και απαλλαγής του από αυτά και έχει σκοπό να επαναφέρει την ισορροπία των παροχών μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών, που - κατά κύριο λόγο - είναι οι τράπεζες (βλ. σχετ. Ειρ. Θεσ. 5105/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), γι αυτό και η αλόγιστη περιέλευση του οφειλέτη σε υπερχρέωση δυσανάλογη με την επάρκεια των εισοδημάτων του για την αποπληρωμή των αναληφθέντων χρεών δεν συνιστά λόγο μη νομιμότητας του αιτήματος του να υπαχθεί στη ρύθμιση του νόμου. Η δολιότητα που προβλέπει ο νόμος αναφέρεται στην αδυναμία πληρωμής και όχι στον τρόπο περιέλευσης του οφειλέτη σε αδυναμία. Δεν νοείται δολιότητα κατά την ανάληψη δανείου αλλά μόνο κατά το διάστημα μετά την ανάληψή του (Κρητικός Α' έκδοση, σελ.44, παρ. 14). Εξάλλου, ο δανειολήπτης που αιτείται τη λήψη δανείου δεν έχει τη δυνατότητα να υποχρεώσει τον πιστωτή του ν' αποδεχθεί την πρότασή του. Τα πιστωτικά ιδρύματα όμως έχουν το εξαιρετικό προνόμιο να ερευνήσουν τις οικονομικές δυνατότητες του αιτουμένου το δάνειο (μέσω του εκκαθαριστικού σημειώματος και βεβαίωσης αποδοχών) καθώς και τις λοιπές προηγούμενες δανειακές του υποχρεώσεις ή την εν γένει οικονομική του συμπεριφορά (ύπαρξη ακάλυπτων επιταγών, απλήρωτων συναλλαγματικών, κατασχέσεων κλπ) μέσω του συστήματος «Τειρεσίας» (σύστημα οικονομικής συμπεριφοράς και σύσιημα συγκέντρωσης κινδύνων). Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η μοναδική περίπτωση κατά την οποία θα μπορούσε να υπάρξει το στοιχείο του δόλου κατά το χρόνο λήψης του δανείου, είναι αυτή, της εξαπάτησης από τη μεριά του δανειολήπτη των υπαλλήλων της τράπεζας με την προσκομιδή πλαστών στοιχείων ή την απόκρυψη υποχρεώσεών του που για οποιονδήποτε λόγο δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες για την οικονομική συμπεριφορά των υποψήφιων πελατών τους (Δημητρίου Μακρή Ερμηνεία Ν.3869/2010 παρ. 17, σελ.37) και τέτοιου είδους εξαπάτηση δεν επικαλείται η ενιστάμενη (υπέρ της ως άνω άποψης του παρόντος Δικαστηρίου, τάσσεται και η υπ' αριθμ. 24/2013 ΕιρΛαυρ δημ. ΝΟΜΟΣ).
Παραπέρα, η ως άνω πιστώτρια πρότεινε την ένσταση της καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος, διότι, όπως αναλύει στις προτάσεις της, οι αιτούντες, αφού απόλαυσαν διάφορα αγαθά, προσέφυγαν στη διαδικασία του ν. 3869/2010 και ζητούν την ρύθμιση των οφειλών τους και απαλλαγή από αυτές. Ο ισχυρισμός αυτός κατά το μέρος που στρέφεται κατά της άσκησης της ένδικης αίτησης πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, καθώς δεν μπορεί να προβληθεί κατά άσκησης δικαιώματος δικονομικού δικαίου, κατά το μέρος όμως που στρέφεται κατά του περιεχομένου της αίτησης αποτελεί ένσταση, ερειδόμενη στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω στην ουσία της.
Από την ανώμοτη κατάθεση της αιτούσας στο ακροατήριο, της οποίας η κατάθεση εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συζήτησης δίκης, τα έγγραφα που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, από τις ομολογίες που συνάγονται από τους ισχυρισμούς των διαδίκων (άρθρο 261 ΚΠολΔ) και απ' όλη γενικά τη διαδικασία αποδείχτηκαν τα ακόλουθα:
Οι αιτούντες, .......... και .........., ηλικίας σήμερα 64 και 62 ετών αντίστοιχα, είναι σύζυγοι, από το έτος 1986, χωρίς να έχουν αποκτήσει τέκνα. Ο αιτών λαμβάνει σύνταξη γήρατος από το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (Ν.Α.Τ.), συνολικού (κύριας και επικουρικής) μηνιαίου ύψους 763,11 ευρώ, ενώ η αιτούσα λαμβάνει σύνταξη από το Ι.Κ.Α. συνολικού (κύριας και επικουρικής) μηνιαίου ύψους 495,06 ευρώ. Έως τον Φεβρουάριο του έτους 2011 το συνολικό μηνιαίο εισόδημα των αιτούντων ήταν μεγαλύτερο, ανερχόμενο σε ποσό πλέον των 2.000 ευρώ, δεδομένου ότι αμφότεροι οι αιτούντες εργάζονταν, ο μεν αιτών ως ναυτικός, η δε αιτούσα ως σχεδιάστρια - μοντελίστ σε βιοτεχνία παιδικών ενδυμάτων. Ωστόσο, το ανωτέρω χρονικό σημείο, λόγω της οικονομικής κρίσης που είχε αρχίσει στην χώρα μας, αμφότεροι οι αιτούντες είχαν χάσει τις εργασίες τους και υπέβαλαν αίτηση για πρόωρη σύνταξη, μάλιστα η αιτούσα, αφού έκανε κάποιες αποτυχημένες προσπάθειες να εξεύρει εργασία είτε στην χώρα μας είτε στο εξωτερικό. Οι απαιτούμενες οικογενειακές τους δαπάνες περιλαμβάνουν την κάλυψη των βιοτικών αναγκών των ιδίων και καλύπτονται από τις μηνιαίες συντάξεις τους. Περαιτέρω, σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης και ειδικότερα το έτος 2004, καθένας από τους αιτούντες είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία τόσο αυτά προς τους ανέγγυους όσο και αυτά προς τους ενέγγυους πιστωτές κατά πλάσμα του νόμου, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης (βλ. σε Κρητικό «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» σελ. 99), με εξαίρεση τα παρακάτω εμπραγμάτως ασφαλισμένα χρέη, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της απόφασης (αρθ. 6 παρ. 3 Ν. 3869/10), πιστωτές δε, προς τους οποίους έχουν οφειλές είναι οι:
Αμφότεροι οι αιτούντες ως συνοφειλέτες στην πρώτη καθ' ης «..........» οφείλουν: δυνάμει της υπ' αρ. .......... σύμβασης στεγαστικού δανείου συνολικό ποσό 19.558 ευρώ, δυνάμει της υπ' αρ. .......... σύμβασης στεγαστικού δανείου συνολικό ποσό 56.995,59 ευρώ και δυνάμει της υπ' αρ. .......... σύμβασης στεγαστικού δανείου ποσό 49.491,01 ευρώ. Επιπλέον ο αιτών οφείλει στην παραπάνω Τράπεζα από χρήση πιστωτικής κάρτας το ποσό των 907,46 ευρώ και η αιτούσα από χρήση άλλης πιστωτικής κάρτας το ποσό των 1.546,88 ευρώ. Τέλος η αιτούσα οφείλει στην δεύτερη καθ' ης «..........» το συνολικό ποσό των 9.018,48 ευρώ, από χρήση πιστωτικής κάρτας. Δηλαδή, το σύνολο της οφειλής του αιτούντος στην πιστώτριά του ανέρχεται στο ποσό των 126.952,06 ευρώ και της αιτούσας στις πιστώτριές της στο ποσό των 136.609,96 ευρώ. Από τις παραπάνω οφειλές, τυγχάνουν εξασφαλισμένες με προσημειώσεις υποθήκης επί της κύριας κατοικίας των αιτούντων, συνεχίζουν δε να εκτοκίζονται μέχρι την έκδοση αποφάσεως, οι απαιτήσεις της πρώτης καθ' ης - πιστώτριας, προερχόμενες από στεγαστικά δάνεια.
Περαιτέρω, αποδείχθηκε όχι οι αιτούντες έχουν πάψει να εξυπηρετούν τα δάνειά τους από το έτος 2011 και έχουν περιέλθει σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία να πληρώνουν τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές οφειλές τους, η δε αδυναμία τους αυτή οφείλεται στην αιφνίδια ανεργία των αιτούντων, λόγω της οικονομικής κρίσης της χώρας και στη μετέπειτα πρόωρη συνταξιοδότησή τους, επειδή δεν μπορούσαν να εξεύρουν εργασία. Ας επισημανθεί, πως το έτος 2004, οπότε οι αιτούντες έλαβαν τα στεγαστικά τους δάνεια, συμφώνησαν τη διάρκεια του χρόνου αποπληρωμής τους σε 15 έτη, υπολογίζοντας ότι μέχρι την λήξη της ανωτέρω δεκαπενταετίας αμφότεροι θα εργάζονταν και θα ήταν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, δεδομένου ότι αμφότεροι το ως άνω έτος ήταν ηλικίας περίπου 50 ετών, γεγονός το οποίο και κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων θα συνέβαινε, χωρίς να δύνανται να προβλέψουν το ανωτέρω χρονικό σημείο την οικονομική κρίση που θα ενέσκηπτε στην χώρα μας και τις επιπτώσεις της στην ζωή των πολιτών. Συνεπώς, συντρέχουν στο πρόσωπο τους οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή τους στη ρύθμιση του ν. 3869/2010 και ειδικότερα αυτής του άρθρου 8 παρ. 2, για μηνιαίες καταβολές επί μία πενταετία, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 παρ. 2 του Ν.4161/2013, που θα αρχίζουν αμέσως με την κοινοποίηση προς αυτούς της απόφασης, από τις οποίες οι παραπάνω πιστωτές τους θα ικανοποιηθούν συμμέτρως και αυτής του άρθρου 9 παρ. 2, όπως το δεύτερο εδάφιο αυτής (παρ.2) αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρ. 17 του Ν. 4161/2013, σε συνδυασμό με την παρ. 3 του άρθρ. 19 του ιδίου νόμου, για σταδιακές καταβολές, μέχρι το 80% της αντικειμενικής αξίας της κατοικίας των αιτούντων, προκειμένου αυτή να εξαιρεθεί από την εκποίηση.
Στα περιουσιακά στοιχεία των αιτούντων ανήκουν: κυριότητα κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου εκάστου εκ των αιτούντων επί ενός διαμερίσματος του δευτέρου ορόφου, πολυώροφης οικοδομής επί της οδού .........., στην Σταυρούπολη Θεσσαλονίκης, εμβαδού καθαρού 47,00 τ.μ., αποτελούμενο από ένα δωμάτιο, σαλόνι - κουζίνα, λουτροαποχωρητήριο και χωλ, με ποσοστό εξ αδιαιρέτου επί του όλου οικοπέδου και των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων μερών της οικοδομής 23,00%ο και με μία αποθήκη στο υπόγειο, εμβαδού 9,00 τ.μ., ως παρακολούθημα, συνολικής αντικειμενικής αξίας ποσού 34.344,00 ευρώ (βλ. φύλλο υπολογισμού αξίας ακινήτου της Συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης ..........) και κατά το ποσοστό που αναλογεί σε έκαστο των αιτούντων, 17.172,00 ευρώ. Το ως άνω διαμέρισμα αποτελεί την κύρια και μόνη κατοικία των αιτούντων. Για τη διάσωση λοιπόν της κύριας κατοικίας τους έκαστος των αιτούντων πρέπει να καταβάλει μέχρι το 80% της αντικειμενικής αξίας του ποσοστού του, κατ' άρθρ.9 παρ.2 του Ν.3869/2010, όπως το δεύτερο εδάφιο αυτής (παρ.2) αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρ. 17 του Ν.4161/2013 σε συνδυασμό με την παρ.3 του άρθρ. 19 του ιδίου νόμου, δηλαδή το ποσό των (17.172X80% =) 13.737,60 ευρώ. Επιπλέον, στην κυριότητα της αιτούσας ανήκει και ένα επιβατικό αυτοκίνητο, 1.598 κυβ. εκ., μάρκας RENAULT, τύπου MEGANE, έτους πρώτης κυκλοφορίας 2006, υπ' αρ. κυκλοφ. .........., αξίας κατά τον χρόνο συζήτησης της αίτησης 3.500 - 4.000 ευρώ περίπου, το οποίο, όμως, πρέπει να εξαιρεθεί της εκποίησης, επειδή, κατά την κρίση του δικαστηρίου, η προσφορά του προς εκποίηση, λόγω της παλαιότητάς του, δεν θα προκαλέσει ανάλογο αγοραστικό ενδιαφέρον ούτε και πρόκειται να αποφέρει αξιόλογο τίμημα, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ). Επομένως, η ρύθμιση των χρεών των αιτούντων θα γίνει κατά πρώτο λόγο με μηνιαίες καταβολές απ’ ευθείας σας καθ’ ων - πιστώτριες επί πενταετία, που θα αρχίσουν, όπως ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας, από τις οποίες οι πιστώτριές τους θα ικανοποιηθούν μερικώς (άρθρο 8 παρ. 2). Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 του προκείμενου νόμου, μοναδικό εισόδημα των αιτούντων αποτελούν, όπως προαναφέρθηκε, οι μηνιαίες συντάξεις τους, οι οποίοι ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 1.260,00 ευρώ περίπου μηνιαίως. Το ποσό που είναι αναγκαίο να δαπανάται μηνιαίως για την κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών ανέρχεται, κατά την κρίση του δικαστηρίου, σε 1.100 ευρώ περίπου, λαμβανομένων υπόψη των προσωπικών τους αναγκών, οι οποίες είναι αυξημένες, λόγω της κατάστασης της υγείας τους και της οικονομικής επιβάρυνσης για την αγορά των φαρμάκων τους που δεν καλύπτονται από τα ασφαλιστικά τους ταμεία. Αφού ληφθούν υπόψη όλα τα παραπάνω στοιχεία, η κάθε μηνιαία καταβολή πρέπει να οριστεί στο ποσό των 80 ευρώ για έκαστο των αιτούντων, καταβαλλόμενο από τον αιτούντα στη μοναδική πιστώτριά του, συμμέτρως στις οφειλές του προς αυτήν και από την αιτούσα συμμέτρως στις πιστώτριές της, ποσό το οποίο, κατά την κρίση του δικαστηρίου, βρίσκεται μέσα στα πλαίσια των δυνατοτήτων τους. Ειδικότερα η αιτούσα θα καταβάλλει ποσό 74,70 ευρώ στην πρώτη πιστώτρια «..........» και ποσό 5,30 ευρώ στη δεύτερη πιστώτρια «..........». Στο τέλος της πενταετίας έκαστος των αιτούντων θα έχει καταβάλλει, έναντι των αντίστοιχων οφειλών του, το συνολικό ποσό των 4.800 ευρώ και θα απομένει υπόλοιπο οφειλής για μεν τον αιτούντα το ποσό των 122.152,06 ευρώ, για δε την αιτούσα το ποσό των 131.809,96 ευρώ, από το οποίο 123.109,48 ευρώ στην πρώτη πιστώτρια «..........», οι απαιτήσεις της οποίας έχουν εξασφαλιστεί, όπως προαναφέρθηκε, με προσημειώσεις υποθήκης επί της κύριας κατοικίας των αιτούντων. Η μερική ικανοποίηση της υπόλοιπης απαίτησης της ανωτέρω καθ' ης - εμπραγμάτως εξασφαλισθείσας πιστώτριας των αιτούντων θα γίνει με περαιτέρω καταβολές προς διάσωση της κύριας κατοικίας τους, συνολικού ποσού 13.737,60 ευρώ, για έκαστο των αιτούντων. Ωστόσο, από το παραπάνω ποσό πρέπει να αφαιρεθεί ποσό 1.530 ευρώ για έκαστο των αιτούντων, σύμφωνα με τη β΄ περίοδο της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 3869/2010, αφού οι αιτούντες από την κατάθεση της αίτησής τους έως την συζήτησή της κατέβαλαν το συνολικό ποσό των 3.060 ευρώ στην ανωτέρω πιστώτρια το ανωτέρω χρονικό διάστημα, με διαδοχικές καταβολές, όπως αποδεικνύεται από την κίνηση των λογαριασμών τους που προσκομίστηκε και από αποδείξεις καταβολής. Συνεπώς, η μερική ικανοποίηση της υπόλοιπης απαίτησης της ως άνω πιστώτριας «..........» θα φτάσει μέχρι το ποσό των 12.207,60 ευρώ, για έκαστο των αιτούντων. Η μηνιαία δόση που θα καταβάλλει έκαστος των αιτούντων στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής ανέρχεται στο ποσό των 101,73 ευρώ. Συνεπώς, η ικανοποίηση της ανωτέρω πιστώτριας των αιτούντων, για τις εμπραγμάτως εξασφαλισμένες απαιτήσεις της, θα γίνει με μηνιαίες καταβολές από έκαστο των αιτούντων επί δέκα (10) έτη, ποσού 101,73 ευρώ, που θα αρχίσουν μετά την παρέλευση πέντε ετών από τη δημοσίευση της παρούσας, καθόσον κρίνεται ότι στους αιτούντες πρέπει να παρασχεθεί περίοδος χάριτος της ανωτέρω διάρκειας. Η καταβολή των δόσεων αυτών θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος.
Σύμφωνα με όλα αυτά, η αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ' ουσίαν και να ρυθμιστούν οι οφειλές των αιτούντων κατά το διατακτικό, εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας των αιτούντων. Η απαλλαγή τους από κάθε υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής έναντι της πιστώτριάς τους, θα επέλθει κατά το νόμο (άρθρο 11 παρ. 1 Ν 3869/2010) υπό τον όρο της κανονικής εκτελέσεως των υποχρεώσεων τους. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 του ν.3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της δεύτερης καθ' ης - πιστώτριας «..........» και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ τις μηνιαίες επί εξήντα μήνες καταβολές εκάστου των αιτούντων προς τις πιστώτριές του αντίστοιχα, σε ογδόντα (80) ευρώ, τα οποία ο μεν αιτών θα καταβάλλει στη μόνη πιστώτριά του, η δε αιτούσα συμμέτρως ως εξής: ποσό 74,70 ευρώ στην πρώτη πιστώτρια «..........» και ποσό 5,30 ευρώ στη δεύτερη πιστώτρια «..........», μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μετά τη δημοσίευση της απόφασης μήνα.
ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίηση ένα διαμέρισμα του δευτέρου ορόφου, πολυώροφης οικοδομής επί της οδού .........., στην Σταυρούπολη Θεσσαλονίκης, εμβαδού καθαρού 47,00 τ.μ., αποτελούμενο από ένα δωμάτιο, σαλόνι - κουζίνα, λουτροαποχωρητήριο και χωλ, με ποσοστό εξ αδιαιρέτου επί του όλου οικοπέδου και των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων μερών της οικοδομής 23,00‰ και με μία αποθήκη στο υπόγειο, εμβαδού 9,00 τ.μ., ως παρακολούθημα.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος εκάστου των αιτούντων την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση της κατοικίας τους, στην πιστώτρια καθ’ ης «..........», επί δέκα (10) έτη, ποσό εκατόν ενός ευρώ και εβδομήντα τριών λεπτών (101,73) μηνιαίως. Η καταβολή των δόσεων αυτών θα αρχίσει από την παρέλευση πέντε ετών από την δημοσίευση της παρούσας και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 11 Σεπτεμβρίου 2017, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.