Skip to main content

Απόφαση 2865/2015 ΕιρΘεσ (Νόμος Κατσέλη)

Divider

Κοινή αίτηση Ν. 3869/2010 πρώην συζύγων και ήδη διαζευγμένων κατά τη συζήτηση της αίτησης. Δέχεται την αίτηση. Ρυθμίζει τα χρέη με καταβολές για τον πρώτο αιτούντα συνολικού ποσού 62.420,18€ έναντι 242.410,54€ συνολικής οφειλής (κούρεμα 74% περίπου) και για τη δεύτερη αιτούσα συνολικού ποσού 18.000€ έναντι 259.502,96€ συνολικής οφειλής (κούρεμα 93% περίπου). Εξαιρεί από την εκποίηση τη μοναδική κατοικία του πρώτου των αιτούντων.

Η παρακάτω απόφαση Νόμου Κατσέλη αφορά κοινή αίτηση στο Ειρηνοδικείο πελατών μας ως συζύγων, οι οποίοι εν συνεχεία διέκοψαν την έγγαμη συμβίωσή τους με την έκδοση συναινετικού διαζυγίου και κατά τη συζήτηση της αίτησης για τη ρύθμιση των οφειλών τους ήταν ήδη διαζευγμένοι. Το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση με την οποία διέταξε τη ρύθμιση των οφειλών τους λαμβάνοντας πλέον υπόψη τα εισοδήματα του καθενός ξεχωριστά, εφόσον δεν υφίστατο πλέον κοινό οικογενειακό εισόδημα για τους αιτούντες.

Το κούρεμα οφειλών, που επιτεύχθηκε, ήταν εξαιρετικά υψηλό και για τους δύο. Ειδικότερα, για το σύζυγο, στην κυριότητα του οποίου ανήκε και η οικογενειακή κατοικία, διατάχθηκαν, για την μεν απαλλαγή του από τις οφειλές, καταβολές επί πενταετία προς τους πιστωτές του συνολικού ποσού 24.000€ (400€ μηνιαίως) και για τη δε διάσωση της κατοικίας του από τη ρευστοποίηση καταβολές επί 106 μήνες προς τους πιστωτές του συνολικού ποσού 38.420,18€ (100€ μηνιαίως για τους πρώτους 12 μήνες και 395,95€ μηνιαίως για τους υπόλοιπους 94). Δηλαδή το συνολικό ποσό, που κλήθηκε να καταβάλλει για την απαλλαγή από τις οφειλές του, καθώς και για την προστασία της κατοικίας του, ανέρχεται σε 62.420,18€ έναντι συνολικής οφειλής του 242.410,54€ (κούρεμα 74% περίπου). Για τη σύζυγο διατάχθηκαν, για την πλήρη απαλλαγή της από τις οφειλές, καταβολές επί πενταετία προς τους πιστωτές της συνολικού ποσού 18.000€ (300€ μηνιαίως) έναντι συνολικής οφειλής της 259.502,96€ (κούρεμα 93% περίπου).

Η ως άνω απόφαση υπερχρεωμένων νοικοκυριών αποτέλεσε τη βάση ώστε να μπορέσουν οι πελάτες μας να συνεχίσουν την οικονομική τους ζωή ως αυτόνομες μονάδες εκτός οικογενειακού πλαισίου.

Τέλος, η απόφαση παρουσιάζει και νομικό ενδιαφέρον, λόγω της συνεκδίκασης των χωριστών αιτήσεων Νόμου Κατσέλη των συζύγων, που είχαν σωρευθεί στο δικόγραφο μίας αίτησης, και της έκδοσης μίας απόφασης με δύο ξεχωριστές ρυθμίσεις, παρά το γεγονός ότι ήδη κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησής τους στο Ειρηνοδικείο η δικαστική απόφαση λύσης του γάμου τους είχε καταστεί αμετάκλητη.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ Ν.3869/2010

Αριθμός 2865/2015

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη .......... που ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Ειρηνοδικείου και το Γραμματέα ...........

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 11η Φεβρουαρίου 2015 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: 1. .......... και 2. .........., κατοίκων .......... Θεσσαλονίκης, οι οποίοι παραστάθηκαν μετά του πληρεξουσίου Δικηγόρου τους Αθανασίου Ρόζου (A.M.: 8229).

ΤΩΝ ΜΕΤΕΧΟΥΣΩΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΡΙΩΝ, οι οποίες κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους (άρθρ. 5 του ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ): 1. ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «..........», με έδρα τη .........., η οποία έχει εγκαταστήσει υποκατάστημα στην Ελλάδα με το διακριτικό τίτλο «..........», με διεύθυνση φορολογικής εγκατάστασης στην οδό .......... στη ......... και διεύθυνση αλληλογραφίας στη .........., νομίμως εκπροσωπουμένη, η οποία δεν παραστάθηκε, 2. ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «..........», που εδρεύει στην .........., οδός .........., νομίμως εκπροσωπουμένη, η οποία δεν παραστάθηκε και 3. ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «..........» και το διακριτικό τίτλο «..........», που εδρεύει στην .........., οδός .......... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «..........», λόγω συγχώνευσης με απορρόφηση της δεύτερης από την πρώτη και εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια Δικηγόρο της ...........

ΤΗΣ ΚΥΡΙΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ: ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «..........», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αμερικής, αριθμ. 4 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου της ...........

Οι αιτούντες ζητούν να γίνει δεκτή η με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης 6373/27-4-2012 αίτησή τους, που απευθύνεται στο Δικαστήριο αυτό, για τους λόγους που επικαλούνται στο δικόγραφο της. Για τη συζήτηση της αίτησης ορίστηκε αρχικά δικάσιμος η 16-5-2013 και μετά από νόμιμη αναβολή κατ’ αυτήν, η ως άνω αναφερομένη δικάσιμος. Κατά την δικάσιμο αυτή και κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το σχετικό πινάκιο στη σειρά της, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως προαναφέρεται.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων που παραστάθηκαν, ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσαν. Ακολούθησε συζήτηση κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στα πρακτικά.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Όπως προκύπτει από τις με αριθμ. 59/Ε/14-5-2012 και 60/Ε/14-5-2012 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης .........., που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι αιτούντες, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την ως άνω αρχικής ορισθείσα δικάσιμο της 16-5-2013, επιδόθηκε νόμιμα στις τραπεζικές εταιρείες με την επωνυμία «..........» και «..........» αντίστοιχα, εντός της προθεσμίας του μηνός από την κατάθεση της αιτήσεως. Κατά την ως άνω δικάσιμο η συζήτηση της υποθέσεως αναβλήθηκε για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο. Αφού οι ως άνω πιστώτριες δεν παραστάθηκαν στη δικάσιμο αυτή, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το οικείο πινάκιο, πρέπει να δικαστούν ερήμην, ενόψει του ότι η αναβολή της συζητήσεως και η εγγραφή της υποθέσεως στο πινάκιο θεωρείται ως κλήτευση ως προς όλους τους διαδίκους (αρθρ. 226 παρ. 4 σε συνδυασμό με τα άρθρο 591 παρ. 1 και 741 ΚΠολΔ). Το Δικαστήριο ωστόσο κατά τις επιταγές της παρ. 2 του άρθρου 754 του ΚΠολΔ, θα προχωρήσει στην έρευνα της υποθέσεως σαν να είχαν παρασταθεί.

Με την κρινόμενη κοινή αίτησή τους, όπως το περιεχόμενο της διορθώθηκε και συμπληρώθηκε παραδεκτά, σύμφωνα με το άρθρο 224 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρ. 745, 741 και 591 του ιδίου κώδικα, με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου τους, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, οι αιτούντες, οι οποίοι κατά το χρόνο κατάθεσης της αιτήσεως ήταν σύζυγοι, έχοντας ήδη διαζευχθεί, επικαλούμενοι έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους προς τις πιστώτριές τους αντίστοιχα, που αναφέρονται στην αίτηση, ζητούν τη ρύθμιση των χρεών τους, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλουν, άλλως να ρυθμιστούν αυτά δικαστικά και αφού ληφθεί υπόψη η οικογενειακή και περιουσιακή τους κατάσταση, με εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας του πρώτου των αιτούντων, με σκοπό την εν μέρει απαλλαγή τους απ' αυτά.

Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα, η αίτηση αρμόδια φέρεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν. 3869/2010) και για το παραδεκτό της: α) τηρήθηκε η διαδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού κατ' άρθρ. 2 του άνω νόμου, η οποία καταργήθηκε ήδη με το άρθρ. 11 του Ν. 4161/2013, ο οποίος απέτυχε (βλ. τις από 26-1-2012 βεβαιώσεις του διαμεσολαβητή φορέα Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ.), β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία (άρθρ.2 παρ.1 του ίδιου παραπάνω νόμου) από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση των αιτούντων για ρύθμιση των χρεών τους στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, εφόσον οι αιτούντες παραδεκτά παραιτήθηκαν από το δικόγραφο της με αριθμ. έκθεσης κατάθεσης 4930/2012 αιτήσεως, με το δικόγραφο της υπό κρίση αιτήσεως, ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση με απαλλαγή από τις οφειλές τους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ' άρθρ. 13 παρ. 2 του ίδιου παραπάνω όμου (βλ. σχετικές βεβαιώσεις των Γραμματέων του Δικαστηρίου αυτού και του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Παραδεκτά δε εισάγεται για συζήτηση μετά: α) τη νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση των μετεχουσών στη δίκη πιστωτριών κατ’ άρθρο 5 Ν.3869/2010, β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού των εγγράφων του άρθρου 4 παρ. 2 και 4 (της βεβαίωσης αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού, υπεύθυνων δηλώσεων για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων των ιδίων και του/της συζύγου τους αντίστοιχα, των πιστωτών τους και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα καθώς και περί μη μεταβιβάσεως εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων τους κατά την τελευταία τριετία κλπ., οι οποίες υπεύθυνες δηλώσεις παραδεκτά, κατ’ άρθρο 236 του ΚΠολΔικ., συμπληρώθηκαν με προφορική δήλωση των αιτούντων στο ακροατήριο). Η υπό κρίση αίτηση είναι ορισμένη, καθόσον περιέχει όλα τα κατά νόμο (άρθρ. 4 παρ. 1 Ν.3869/2010) στοιχεία και συγκεκριμένα οι αιτούντες αναφέρουν στο υπό κρίση δικόγραφο: 1) μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους, 2) έλλειψη στο πρόσωπο τους πτωχευτικής ικανότητας, 3) κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων τους, 4) τις πιστώτριές τους και τις απαιτήσεις τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, 5) σχέδιο διευθέτησης των οφειλών τους και 6) αίτημα ρύθμισης αυτών με σκοπό την προβλεπόμενη από το νόμο απαλλαγή τους, απορριπτομένης ως αβάσιμης της νομότυπα προβληθείσας από τις μετέχουσες στη δίκη πιστώτριες, με προφορική δήλωση των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους, που περιλήφθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά και αναπτύσσεται στις προτάσεις που νόμιμα κατέθεσαν, ένστασης αοριστίας, δεδομένου ότι πέραν των αναφερομένων στις παραπάνω διατάξεις, κανένα άλλο στοιχείο δεν απαιτείται για το ορισμένο της αίτησης, τα αναφερόμενα δε από αυτές ως ελλείποντα στοιχεία, δεν αποτελούν στοιχεία του ορισμένου της αίτησης και είναι αντικείμενο αποδείξεως και ανταποδείξεως, κατά την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητάς της και ειδικότερα των όρων της υπαγωγής των αιτούντων στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρ. 744, 745, 751 ΚπολΔικ., ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας, ως μέσο προστασίας κυρίως δημόσιας εμβέλειας συμφερόντων, επιβάλλει την ενεργό συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης και επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (αρθρ. 115 παρ. 3 ΚΠολΔ), εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 747 παρ. 2 ΚπολΔ. (βλ. ΑΠ 1131/87 ΝοΒ 36-1601-02 πλειοψηφία, ΕφΑΘ 2735/00, 4462/02, 2188/08 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ, ΕιρΘεσσαλονίκης 5105/2011ΤΝΠ Νόμος, ΕιρΘες 575/2012, 4752/2012, 4934/2012, 5355/2012, 5353/2012, 6303/2012, 6329/212 αδημ. και Π. Αρβανιτάκη στον ΚΠολΔ. Κεραμέα -Κονδύλη -Νίκα, υπ' άρθρο 747, αριθμ. 7 και ως προς την προκείμενη διαδικασία της ρύθμισης στα πλαίσια του Ν.3869/2010 Αθ. Κρητικός ρύθμιση ν. 3869/2010, έκδοση 2012, σελ. 104-107 αριθμ. 41-45 και Ε. Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη Αρμ./64-Ανάτυπο σελ. 1477). Περαιτέρω η αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρ. 1, 4, 5, 6 παρ. 3, 8, 9 παρ. 2 και 11 του ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν σήμερα καθώς και εκείνων των άρθρ. 74 επ. του ΚΠολΔικ, δεδομένου ότι συντρέχουν, εν προκειμένω, οι προϋποθέσεις της ομοδικίας μεταξύ των αιτούντων, οι διατάξεις της οποίας εφαρμόζονται και στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (βλ. ΑΠ 812/1994 ΕλΔνη 38,579) καθώς τα περισσότερα από τα επίδικα δάνειά τους είναι κοινά, εφόσον δε δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ των αιτούντων και των άνω πιστωτριών τους, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό από τις τελευταίες το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών τους (βλ. τις έγγραφες παρατηρήσεις τους), πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «..........», που εδρεύει στην .........., οδός .........., νομίμως εκπροσωπουμένη, με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας Δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα πρακτικά και αναπτύσσεται στις εμπρόθεσμα κατατεθείσες προτάσεις της, δήλωσε ότι παρεμβαίνει κυρίως στη δίκη ως ειδική διάδοχος της τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «..........», (όπως μετονομάσθηκε η τράπεζα με την επωνυμία «..........», η οποία ήταν καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «..........»), σύμφωνα με την με αριθμ. .......... απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος, του υπ αριθμ. .......... Διατάγματος της .........., που δημοσιεύτηκε στο με αριθμ. .......... φύλλο της Επίσημης Εφημερίδας της .......... και της από 26-3-2013 συμβάσεως πώλησης και μεταβίβασης, δυνάμει της οποίας μεταβιβάστηκαν στην κυρίως παρεμβαίνουσα τα δικαιώματα που απορρέουν από τις με αριθμ. .........., .......... και .......... συμβάσεις δανείων, που συνήφθησαν μεταξύ των αιτούντων και της τραπεζικής εταιρείας «..........», με αίτημα να λάβει τη θέση της τελευταίας αυτής τραπεζικής εταιρείας στη δίκη αυτή. Η εν λόγω παρέμβαση ασκήθηκε παραδεκτά, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρ. 54 παρ. 1 εδ. β'του ΠτΚ, που πρέπει να εφαρμοσθεί κατ' άρθρ. 15 του Ν. 3869/2010 (βλ. Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, σελ.83-86, αριθ. 7-11, ΕιρΑΘ 48/2011, ΕιρΑΘ 68/2011), κατά παράκαμψη της αντίστοιχης διάταξης του άρθρου 752 παρ. 1 ΚΠολΔ. (Π. Αρβανιτάκης, Η Εκούσια Δικαιοδοσία ως διαδικαστικό πλαίσιο του ν. 3869/2010 για τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων), καθώς η απόλυτη διαδικαστική ελευθερία του τρίτου να παρεμβαίνει ενώπιον του δικαιοδοτικού οργάνου που επιλαμβάνεται της αίτησης δικαστικής ρύθμισης των οφειλών, φαίνεται να επιβάλλεται (βλ. άρθρο 15 ν.3869/2010... «όπου επιβάλλεται...») από την ανάγκη αποτελεσματικής κατοχύρωσης των συμφερόντων του συνόλου των πιστωτών του αιτούντος, επομένως και του παρεμβαίνοντος (Π. Αρβανιτάκης, Η εκούσια Δικαιοδοσία ως διαδικαστικό πλαίσιο του ν.3869/2010 για την ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων) και είναι νόμιμη (άρθρ. 79, 225 και 741 ΚΠολΔ), καθόσον είναι πρόδηλο το επικαλούμενο έννομο συμφέρον της κυρίως παρεμβαίνουσας, λόγω του ότι κατέστη ειδική διάδοχος των επίδικων απαιτήσεων και οι λοιποί διάδικοι δεν αντιλέγουν. Κατόπιν τούτου η κύρια παρέμβαση, συνεκδικαζόμενη με την αίτηση (άρθρ. 741 ΚΠολΔ σε συνδ.με τα άρθρ. 246 και 591 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα), πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.

Από την εκτίμηση των χωρίς όρκο καταθέσεων των αιτούντων - επιτρεπτών κατ’ άρθρα 415 παρ. 1, 417 παρ.1 σε συνδυασμό με άρθρο 741 του ΚπολΔικ. - που εξετάστηκαν στο ακροατήριο και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, τα έγγραφα που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε προκειμένου να χρησιμεύσουν προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρ. 336§3 και 395 του ΚΠολΔ.), για κάποια από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά, χωρίς ωστόσο να έχει παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς, απ' όσα οι διάδικοι ισχυρίστηκαν στο ακροατήριο, από τις άμεσες και έμμεσες ομολογίες που προκύπτουν από τους ισχυρισμούς τους (άρθρ. 261, 352, 339 του ΚΠολΔικ), τα διδάγματα της κοινής πείρας τα οποία λαμβάνει αυτεπαγγέλτως το Δικαστήριο υπόψιν και χωρίς απόδειξη, από τα πραγματικά γεγονότα τα οποία είναι πασίγνωστα, ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία ότι είναι αληθινά, τα οποία λαμβάνονται και αυτά υπόψιν αυτεπαγγέλτως (άρθρ. 336 παρ. 1 και 4 του ΚΠολΔικ) και τέλος από την αυτεπάγγελτη εξακρίβωση πραγματικών γεγονότων, ακόμη και εκείνων που δεν έχουν προταθεί και ιδιαίτερα γεγονότων που συντελούν στην προστασία των ενδιαφερομένων ή της έννομης σχέσης ή του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος (άρθρα 744 ΚΠολΔ), αλλά και απ' όλη τη διαδικασία της συζήτησης της διαφοράς, καθώς σύμφωνα με το άρθρο 745 ΚΠολΔ, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του και πραγματικούς ισχυρισμούς που επιτρεπτά έχουν προβληθεί μέχρι την περάτωση και της τελευταίας συζήτησης ενώπιον του και από την εν γένει διαδικασία, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα, ουσιώδη για την έκβαση της δίκης, πραγματικά περιστατικά:

Οι αιτούντες, ηλικίας σήμερα 52 και 42 ετών αντίστοιχα, κατά το χρόνο κατάθεσης της ένδικης αιτήσεως ήταν σύζυγοι, ενώ στη συνέχεια με την με αριθμ. .......... απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, λύθηκε ο γάμος τους. Από τον γάμο τους έχουν αποκτήσει δύο τέκνα, τον .......... και τη .........., ηλικίας σήμερα σήμερα, 15 ετών, την επιμέλεια των οποίων, μετά την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσή τους, ασκούν από κοινού και με το από 30-11-2012 ιδιωτικό συμφωνητικό, αποφασίσθηκε μεταξύ τους ότι θα διαμένουν τις μονές εβδομάδες του έτους με τον πατέρα και τις ζυγές εβδομάδες του έτους με τη μητέρα τους. Ο πρώτος των αιτούντων χρησιμοποιεί ως κατοικία του, την προηγούμενη κοινή κατοικία της οικογένειας και συγκεκριμένα μία κατοικία που βρίσκεται στη .......... του Δήμου .........., ιδιοκτησίας του, που θα περιγραφεί παρακάτω, ενώ η δεύτερη αιτούσα κατοικεί σε μισθωμένο διαμέρισμα στη .........., για το οποίο καταβάλλει μίσθωμα 300 ευρώ μηνιαίως. Ο πρώτος των αιτούντων είναι συνταξιούχος στρατιωτικός και λαμβάνει μηνιαίως ως σύνταξη από το Ελληνικό Δημόσιο και το Μετοχικό Ταμείο Αεροπορίας, το συνολικό καθαρό ποσό των 1.171,47 ευρώ, πλέον των νομίμων κρατήσεων. Η δεύτερη αιτούσα είναι εν ενεργεία στρατιωτικός και λαμβάνει μηνιαίο μισθό, καθαρού ποσού 1.292,71 ευρώ, πλέον των νομίμων κρατήσεων. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης, οι αιτούντες έλαβαν από τις ως άνω πιστώτριές τους τα παρακάτω δάνεια, τα οποία είτε είναι εξασφαλισμένα με εγγυήσεις είτε όχι, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και τα τελευταία υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης (Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις - Νόμος 3869/2010, Αθήνα-2010 σελ. 98 επ.), ενώ ο εκτοκισμός των εμπραγμάτως ασφαλισμένων στεγαστικών δανείων συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης ιης απόφασης (άρθρ. 6 παρ. 3 ν. 3869/10) και οφείλουν τα παρακάτω ποσά:

1) ο πρώτος των αιτούντων: Α) στην κυρίως παρεμβαίνουσα «..........» από την με αριθμ. .......... σύμβαση ανοίγματος πίστωσης σε ιδιώτες με ανοικτό λογαριασμό και τις με αριθμ. .........., .......... και .......... πρόσθετες πράξεις αυτής ρύθμισης στεγαστικού δανείου, που συνήφθησαν μεταξύ των αιτούντων και της τραπεζικής εταιρείας «..........», οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης των από 12-6-2012 εγγράφων παρατηρήσεων, που κατατέθηκαν από την ως άνω τραπεζική εταιρεία, ποσό 112.451,63 ευρώ, ποσό 2.937,29 ευρώ και ποσό 101.946,84 ευρώ αντίστοιχα, χωρίς να προκύπτουν τόκοι πέραν της ως άνω ημερομηνίας και μέχρι του χρόνου εκδόσεως της απόφασης, μέχρι του οποίου χρονικού σημείου συνεχίζουν να εκτοκίζονται οι απαιτήσεις αυτές, δεδομένου ότι είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένες (άρθρ.6 παρ.3 του Ν.3869/2010) και ειδικότερα με εγγραφή προσημείωσης υποθήκης, επί της κύριας κατοικίας του πρώτου αιτούντος (βλ. τις ΑΠ 31/2009 και ΕφΘεσ 4/2010 ΤΝΠ Νομος, σύμφωνα με τις οποίες εξομοιώνεται πλήρως ο ενυπόθηκος με τον προσημειούχο δανειστή, με μόνη την διαφορά ως προς τον τρόπο οριστικής ή τυχαίας κατάταξης κατ' άρθρο 1007 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού η κυρίως παρεμβαίνουσα δεν προβαίνει στον υπολογισμό τους κατά μήνα τουλάχιστον μέχρι το χρόνο συζήτησης της αίτησης, ώστε το Δικαστήριο να μπορέσει να προβεί αναλογικά στον υπολογισμό τους μέχρι το χρόνο έκδοσης της απόφασής του και Β) στην πιστώτρια «..........», ως καθολικής διαδόχου του πιστωτικού ιδρύματος «..........» από τις παρακάτω συμβάσεις που ο αιτών είχε συνάψει με την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «..........», η άδεια της οποίας ανακλήθηκε και τα περιουσιακά της στοιχεία μεταβιβάστηκαν στο προαναφερόμενο πιστωτικό ίδρυμα «..........», από τις με αριθμ. .........., .......... και .......... συμβάσεις καταναλωτικών δανείων, οφείλει με μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 27-12-2011, συνολικό ποσό 25.074,78 ευρώ, όπως τα παραπάνω ποσά προκύπτουν από την από 27-12-2011 αναλυτική κατάσταση οφειλών που η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία «..........» χορήγησε στον αιτούντα, ενώ δεν προσκομίζονται στοιχεία για το ύψος των απαιτήσεων αυτών μέχρι την ημερομηνία κοινοποίησης της αίτησης, εφόσον μέχρι τότε συνεχίζουν να εκτοκίζονται. Όπως προκύπτει από το με ημερομηνία 25-6-2013 έγγραφο υπό τον τίτλο «ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΕΝΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ», που εκδόθηκε από την «..........» και προσκομίζεται νομότυπα με επίκληση από τον πρώτο των αιτούντων, η οφειλή του τελευταίου από την με αριθμ. λογαριασμού .......... σύμβαση δανείου, στην οποία ενέχονταν ως εγγυητής με πρωτοφειλέτιδα την μητέρα του .........., εξοφλήθηκε από την τελευταία την 13-11-2012 και συνεπώς κατ’ άρθρ. 862 ΑΚ, ο πρώτος των αιτούντων δεν οφείλει κάποιο ποσό στην προαναφερόμενη τραπεζική εταιρεία και πρέπει η υπό αίτηση ως προς αυτήν να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Δηλαδή η συνολική οφειλή του πρώτου των αιτούντων προς τις προαναφερόμενες πιστώτριές του, ανέρχεται στο ποσό των 242.410,54 ευρώ.

2) Η δεύτερη αιτούσα οφείλει : Α) στην κυρίως παρεμβαίνουσα «..........» από την με αριθμ. .......... σύμβαση ανοίγματος πίστωσης σε ιδιώτες με ανοικτό λογαριασμό και τις με αριθμ. .........., .......... και .......... πρόσθετες πράξεις αυτής, ρύθμισης στεγαστικού δανείου, που συνήφθησαν μεταξύ των αιτούντων και της τραπεζικής εταιρείας «..........», οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης των από 12-6-2012 εγγράφων παρατήρησεων, που κατατέθηκαν από την ως άνω τραπεζική εταιρεία, ποσό 112.451,63 ευρώ, ποσό 2.937,29 ευρώ και ποσό 101.946,84 ευρώ αντίστοιχα, χωρίς να προκύπτουν τόκοι πέραν της ως άνω ημερομηνίας και μέχρι του χρόνου εκδόσεως της απόφασης, μέχρι του οποίου χρονικού σημείου συνεχίζουν να εκτοκίζονται οι απαιτήσεις αυτές, δεδομένου ότι είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένες (άρθρ.6 παρ.3 του Ν.3869/2010) και ειδικότερα με εγγραφή προσημείωσης υποθήκης, επί της κύριας κατοικίας του πρώτου αιτούντος (βλ. τις ΑΠ 31/2009 και ΕφΘεσ 4/2010 ΤΝΠΝομος, σύμφωνα με τις οποίες εξομοιώνεται πλήρως ο ενυπόθηκος με τον προσημειούχο δανειστή, με μόνη την διαφορά ως προς τον τρόπο οριστικής ή τυχαίας κατάταξης κατ' άρθρο 1007 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού η κυρίως παρεμβαίνουσα δεν προβαίνει στον υπολογισμό τους κατά μήνα τουλάχιστον μέχρι το χρόνο συζήτησης της αίτησης, ώστε το Δικαστήριο να μπορέσει να προβεί αναλογικά στον υπολογισμό τους μέχρι το χρόνο έκδοσης της απόφασής του και Β) «..........», ως καθολικής διαδόχου του πιστωτικού ιδρύματος «..........» από τις παρακάτω συμβάσεις που ο αιτών είχε συνάψει με την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «..........», η άδεια της οποίας ανακλήθηκε και τα περιουσιακά της στοιχεία μεταβιβάστηκαν στο προαναφερόμενο πιστωτικό ίδρυμα «..........»: α) από τις με αριθμ. .........., .......... και .......... συμβάσεις καταναλωτικών δανείων, στις οποίες συμβλήθηκε ως εγγυήτρια με πρωτοφειλέτη το πρώην σύζυγο της-πρώτο αιτούντα, οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 27-12-2011, συνολικό ποσό 25.074,78 ευρώ και β) από την με αριθμ........... σύμβαση καταναλωτικού δανείου, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 27-12-2011, οφείλει το ποσό των 17.092,42 ευρώ, όπως τα παραπάνω ποσά προκύπτουν από την από 27-12-2011 αναλυτική κατάσταση οφειλών που η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία «..........» χορήγησε στην αιτούσα, ενώ δεν προσκομίζονται στοιχεία για το ύψος των απαιτήσεων αυτών μέχρι την ημερομηνία κοινοποίησης της αίτησης, εφόσον μέχρι τότε συνεχίζουν να εκτοκίζονται. Δηλαδή το συνολικό ποσό που οφείλει η δεύτερη των αιτούντων στις ως άνω πιστώτριές της, ανέρχεται σε 259.502,96 ευρώ, από το οποίο ποσό 242.410,54 ευρώ αφορά κοινά δάνεια, για τα οποία ευθύνονται εις ολόκληρον οι αιτούντες ως συνοφειλέτες.

Όπως προκύπτει από τις με αριθμ. .........., .......... και .......... πρόσθετες πράξεις, που υπογράφηκαν μεταξύ των αιτούντων και της «..........», αλλά και την με αριθμ. .......... απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, δυνάμει της οποίας επιτράπηκε η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί της κύριας κατοικίας του πρώτου των αιτούντων προς εξασφάλιση της στο σκεπτικό περιγραφείσας απαίτησης, η σύμβαση επί της οποίας εκδόθηκαν οι προαναφερόμενες πρόσθετες πράξεις, με τις οποίες χορηγήθηκαν τα επίδικα στεγαστικά δάνεια στους αιτούντες και συγκεκριμένα η με αριθμ. .......... σύμβαση ανοίγματος πίστωσης σε ιδιώτες με ανοικτό λογαριασμό, υπεγράφη κατά το έτος 2009, ενώ οι προμνημονευόμενες πρόσθετες πράξεις αυτής, υπεγράφησαν την 12-4-2011. Συνεπώς ουσιαστικά αβάσιμος και απορριπτέος κρίνεται ο ισχυρισμός της κυρίως παρεμβαίνουσας περί απαραδέκτου της ένδικης αιτήσεως λόγω ανάληψης των επίδικων χρεών εντός του τελευταίου έτους πριν την κατάθεση αυτής, εφόσον τόσο η κύρια σύμβαση, αλλά σε κάθε περίπτωση και οι πρόσθετες πράξεις υπεγράφησαν προ του έτους από την κατάθεση της υπό κρίση αιτήσεως (βλ. την αριθμ. έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 6373/27-4-2012). Τα προαναφερόμενα στεγαστικά δάνεια, που αποτελούν τον κύριο όγκο των οφειλών των αιτούντων, αναλώθηκαν για την αγορά της κύριας κατοικία τους, στην οποία διέμεναν οικογενειακώς μέχρι τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής τους, το καλοκαίρι του 2012.

Οι αιτούντες, οι οποίοι κατά το χρόνο λήψης των δανείων τους, είχαν ετήσιο οικογενειακό εισόδημα που υπερέβαινε το ποσό των 40.000 ευρώ, με το οποίο μπορούσαν ευχερώς να τα εξυπηρετούν, από τα τέλη του 2011 περιήλθαν σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών των απαιτούμενων δόσεων, που δεν οφείλεται σε δόλο, αλλά στην σοβαρή μείωση των εισοδημάτων τους, από περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, λόγω της οικονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα και που είχαν ως αποτέλεσμα να περιορισθεί το οικογενειακό τους εισόδημα κατά το έτος 2011 στο ποσό των 35.000 περίπου (βλ. προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά σημειώματα αντίστοιχων ετών) και σήμερα μετά από περαιτέρω μειώσεις, να διαμορφωθεί στο ποσό των 14.000 ευρώ περίπου για τον πρώτο των αιτούντων και στο ποσό των 15.500 ευρώ περίπου για τη δεύτερη των αιτούντων. Μοναδικό εισόδημά τους αποτελούν η προαναφερόμενη μηνιαία σύνταξη του πρώτου των αιτούντων και ο προαναφερόμενος μηνιαίος μισθός της δεύτερης από αυτούς και δεδομένου ότι η μηνιαία δόση προς κάλυψη των δανειακών τους υποχρεώσεων, ανέρχεται στο ποσό των 1700 ευρώ περίπου, προκύπτει ότι οι αιτούντες βρίσκονται σε αδυναμία εξυπηρέτησης των οφειλών τους. Η κρίση αυτή, περί μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών τους, συνάγεται από την σχέση της ρευστότητας τους προς τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις τους. Δηλαδή η σχέση αυτή είναι αρνητική υπό την έννοια ότι, μετά από την αφαίρεση των δαπανών για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών τους, στις οποίες περιλαμβάνονται και εκείνες της διατροφής, εκπαίδευσης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των δύο ανήλικων τέκνων τους, η υπολειπόμενη ρευστότητα τους δεν τους επιτρέπει να ανταποκριθούν στον όγκο των οφειλών τους.

Περαιτέρω, στο άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 3869/2010 ορίζεται ότι αίτηση για ρύθμιση οφειλών και απαλλαγή, έχουν την δυνατότητα να υποβάλουν φυσικά πρόσωπα, που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα. Η προϋπόθεση της έλλειψης πτωχευτικής ικανότητας διατυπώνεται από το νομοθέτη αρνητικά. Το σχετικό αρνητικό γεγονός δεν είναι κατ' αρχήν απαραίτητο να διαλαμβάνεται στην αίτηση ως στοιχείο ενεργητικής νομιμοποίησης. Η εμπορική ιδιότητα, είτε υφιστάμενη, είτε αναγόμενη στο παρελθόν, κατά το χρονικό όμως σημείο, κατά το οποίο έπαυσαν οι πληρωμές, είναι η προϋπόθεση που προσδίδει πτωχευτική ικανότητα στο φυσικό πρόσωπο, αποκλείοντας την υπαγωγή του στο πεδίο εφαρμογής του νόμου. Η απόδειξη των σχετικών με την πτωχευτική ικανότητα του οφειλέτη, υπό τη θετική της εκδοχή, που προβάλλεται από τους πιστωτές του αιτούντα κατ' ένσταση, έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αίτησης, όχι πλέον λόγω ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποίησης, αλλά κατ' ουσία λόγω μη συνδρομής ουσιαστικής προϋποθέσεως (Ε. Κιουπτσίδου -Αρμενόπουλος 64- Ανάτυπο σελ. 1475 και 1476). Το άρθρ. 2 παρ. 1 του ΠτωχΚ ορίζει ότι πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι. Κατά το ΒΔ 19-4/1-5/1835, άρθρ.1 ορίζεται ότι έμποροι είναι όσοι μετέρχονται πράξεις εμπορικές και κύριο επάγγελμα έχουν την εμπορία. Επίσης κατά το ΒΔ 2/14-5-1835, προβλέπεται ποιες είναι οι εμπορικές πράξεις βάσει των οποίων κάποιος αποκτά την εμπορική ιδιότητα. Οι πράξεις αυτές ορίζονται στα αρ. 2, 3 και 8 του β.δ/τος 2/14.5.1835 «περί αρμοδιότητας των Εμποροδικείων» καθώς και σε άλλες διατάξεις (Ολ.ΑΠ 5/1996 ΕλΔ 37, 1046). Στην προκειμένη περίπτωση όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο αποδεικτικό υλικό, ο πρώτος των αιτούντων από την 21-9-2009 έως την 23-3-2010, δηλαδή για χρονικό διάστημα έξι μηνών, διατηρούσε αναψυκτήριο. Την ως άνω δραστηριότητά του όμως, η οποία του προσέδιδε την εμπορική ιδιότητα, έπαυσε κατά την 23-3-2010, σε χρόνο προγενέστερο της περιέλευσή του σε αδυναμία πληρωμών. Επομένως κατά τα αμέσως πιο πάνω αναφερόμενα, ο πρώτος των αιτούντων, κατά το χρόνο υποβολής της ένδικης αιτήσεως δεν είχε πτωχευτική ικανότητα, εφόσον απώλεσε την εμπορική ιδιότητά του πριν παύσει τις πληρωμές του και έτσι η σχετική ένσταση περί απαραδέκτου της αίτηση λόγω ύπαρξης στο πρόσωπο του πρώτου των αιτούντων πτωχευτικής ικανότητας, η οποία παραδεκτά υποβλήθηκε και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις προαναφερόμενες διατάξεις, πρέπει να απορριφθεί ως κατ'ουσίαν αβάσιμη.

Από τα προεκτεθέντα πραγματικά περιστατικά προέκυψε ότι οι αιτούντες, που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα, έχουν περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών τους, απορριπτομένης ως ουσιαστικά αβάσιμης της ένστασης των πιστωτριών περί δόλιας περιελεύσεως των αιτούντων σε αδυναμία πληρωμών. Εξάλλου εκ δόλου περιέλευση του πρώτου των αιτούντων σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών, δεν μπορεί να αποδοθεί σ’ αυτόν από τη μεταβίβαση, δυνάμει του με αριθμ. .......... συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης .........., του σ’ αυτό περιγραφομένου ακινήτου, του οποίου ο αιτών είχε κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου πλήρη κυριότητα και κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ψιλή κυριότητα, με επικαρπώτρια κατά το ποσοστό αυτό την μητέρα του, δοθέντος ότι κατά το χρόνο μεταβίβασης του ακινήτου αυτού, ο αιτών δεν είχε προβεί σε δανεισμό και δεν είχε οφειλές προς τρίτους, καθώς ο δανεισμός του έλαβε χώρα κατά το έτος 2009.

Σε κάθε δε περίπτωση η επιδίωξη για ρύθμιση των χρεών των αιτούντων, υπό τα ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά δεν συνιστά κατάχρηση δικαιώματος, καθώς η άσκηση του δικαιώματος αυτού δεν έρχεται σε αντίθεση με την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικοοικονομικό σκοπό του δικαιώματος, αλλά αντιθέτως κρίνεται ότι είναι απολύτως σύμφωνη με το γράμμα και το πνεύμα και με το σκοπό των διατάξεων του Ν.3869/2010 (βλ σχετικά αιτιολογική έκθεση), απορριπτόμενης κατ' επέκταση της σχετικής ενστάσεως περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, που πρότεινε η πιστώτρια «..........».

Το προταθέν από τους αιτούντες σχέδιο ρύθμισης των οφειλών τους δεν έγινε δεκτό από τις πιστώτριες τους και κατά συνέπεια συντρέχουν στο πρόσωπο τους οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή τους στη ρύθμιση του νόμου 3869/2010.

Περαιτέρω ο πρώτος των αιτούντων δυνάμει του με αριθμ. .......... συμβολαίου πώλησης οριζόντιας ιδιοκτησίας, της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης .........., που μεταγράφηκε νόμιμα, απέκτησε την κυριότητα, μιας κατοικίας - διαμερίσματος, ευρισκομένης σε ισόγεια οικοδομή αποτελούμενη από τέσσερις όμοιες οριζόντιες ιδιοκτησίες - διαμερίσματα, που είναι κτισμένη στο με αριθμ. .......... αγροτεμάχιο, στη θέση «..........» του αγροκτήματος «..........» του δημοτικού διαμερίσματος .......... του Δήμου .......... και συγκεκριμένα της κατοικίας με το χαρακτηριστικό στοιχείο ένα -1-, η οποία αποτελείται: α) από ισόγειο με τμήμα γκαράζ, εμβαδού 23,73 τ.μ. και τμήμα κατοικίας, εμβαδού 32,16 τ.μ., που περιλαμβάνει κουζίνα, τραπεζαρία, αποχωρητήριο και κλίμακα ανόδου στον όροφο και β) πρώτο όροφο, εμβαδού 32,57 τ.μ., που περιλαμβάνει ένα δωμάτιο, καθιστικό, λουτροαποχωρητήριο και κλίμακα καθόδου στο ισόγειο, στην οποία κατοικία αναλογεί ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο και στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη της οικοδομής 250/1000 εξ αδιαιρέτου. Η ως άνω κατοικία αποτελεί την κύρια κατοικία του πρώτου των αιτούντων, όπου διαμένει μαζί με τα ανήλικα τέκνα του κατά το χρόνο που μένουν μαζί του, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα και υποβάλλει αίτημα εξαίρεσής της από την εκποίηση, ζητώντας την υπαγωγή της στην προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/10 ρύθμιση. Η αντικειμενική αξία του ακινήτου αυτού ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 48.025,17 ευρώ και επομένως μπορεί να εξαιρεθεί από την εκποίηση κατ’ άρθρ. 9 παρ. 2 του Ν.3869/2010, εφόσον η αξία του δεν υπερβαίνει το όριο ίου αφορολογήτου ποσού, προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεση του από την εκποίηση. Επίσης ο πρώτος των αιτούντων έχει στην κυριότητό του το με αριθμ. κυκλοφορίας .......... ΙΧΕ αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής .........., τύπου .........., 1800 κ.ε., έτους πρώτης κυκλοφορίας 2005, εμπορικής αξίας 2.000 ευρώ περίπου και η δεύτερη αιτούσα έχει στην κυριότητό της το με αριθμ. κυκλοφορίας .......... ΙΧΕ αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής .........., τύπου .........., 1400 κ.ε., έτους πρώτης κυκλοφορίας 2004, εμπορικής αξίας 1.000 ευρώ περίπου. Άλλο πέραν των ως άνω περιουσιακών στοιχείων οι αιτούντες δεν διαθέτουν.

Περαιτέρω ενόψει του ότι το συνολικό ποσό των οφειλών των αιτούντων προς τις ως άνω πιστώτριές τους ανέρχεται σε 242.410,54 ευρώ και 259.502,96 ευρώ αντίστοιχα, από το οποίο ποσό 242.410,54 ευρώ αφορά κοινά δάνεια και δεν διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία, εξαιρουμένου του ακινήτου που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του πρώτου των αιτούντων και του οποίου ζητείται η εξαίρεση από την εκποίηση και των ως άνω οχημάτων, τα οποία δεν κρίνονται πρόσφορα προς εκποίηση, λόγω της μικρής αξίας τους, όπως αυτή διαμορφώνεται λόγω του τύπου τους και της παλαιότητάς τους και επομένως εκτιμάται ότι η προσφορά τους προς εκποίηση δε θα αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα προς ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτριών, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων εκποίησης και συνεπώς δεν πρέπει να διαταχθεί η κατά τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 1 ν. 3869/10 εκποίηση τους, πρέπει να γίνει συνδυασμός των δύο ρυθμίσεων του νόμου 3869/2010 και συγκεκριμένα αυτής του άρθρ. 8 παρ. 2 για μηνιαίες καταβολές από τα πάσης φύσεως εισοδήματά τους επί 3ετία έως 5ετία, που αφορά και τους δύο αιτούντες και αυτής του άρθρ. 9 παρ. 2 για σταδιακές καταβολές εκ μέρους του πρώτου των αιτούντων, προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία του.

Έτσι ως προς τον πρώτο των αιτούντων η ρύθμιση των χρεών του θα γίνει με μηνιαίες καταβολές απευθείας στις πιο πάνω πιστώτριές του από τα εισοδήματά του επί πενταετία, που θα αρχίζουν αμέσως από την κοινοποίηση προς αυτόν της απόφασης. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, αυτό θα διαμορφωθεί με βάση τις βιοτικές του ανάγκες, στις οποίες περιλαμβάνονται και εκείνες της διατροφής και εκπαίδευσης των ανήλικων τέκνων του και τη συνεισφορά του καθενός από τους αιτούντες για την κάλυψη των αναγκών αυτών ανάλογα με τα εισοδήματά του. Επομένως ενόψει όλων των προαναφερομένων το προς διάθεση στις πιστώτριές του ποσό, που πρέπει αυτός να καταβάλλει, πρέπει να οριστεί σε 400 ευρώ το μήνα, συμμέτρως κατανεμόμενο μεταξύ τους, ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές του δυνατότητες και με δεδομένο ότι τα ανήλικα τέκνα, με των οποίων τη διατροφή βαρύνεται, διαμένουν μαζί του μόνο για 15 ημέρες κάθε μήνα. Από το ποσό αυτό θα λάβουν: 1) η κυρίως παρεμβαίνουσα πιστώτρια «..........» το ποσό των 358,60 ευρώ μηνιαίως (400:242.410,54X217.335,76) και 2) η πιστώτρια «..........» το ποσό 41,40 ευρώ μηνιαίως (400:242.410,54X25.074,54). Ο πρώτος των αιτούντων, κατά τους ορισμούς της παρ.3 του άρθρ.4 του Ν.3869/2010, όπως τροποιήθηκε με το άρθρ. 12 του Ν.4161/2013, σε συνδυασμό με το το άρθρο 19 του Ν.4161/2013, προέβη, από 30-9-2013 και μέχρι 31-12-2014 σε προσωρινές καταβολές προς τις ως άνω πιστώτριες, ποσού 150 ευρώ μηνιαίως, που κατέβαλλε συμμέτρως προς αυτές, δηλαδή για χρονικό διάστημα δέκα τεσσάρων -14- μηνών. Οι καταβολές αυτές πρέπει να καταλογισθούν στις προβλεπόμενες από το άρθρ.8 παρ.2 του Ν.3869/2010 και σύμφωνα με τις διατάξεις των αρθρ. 5 παρ. 2 και 9 παρ. 4 ν. 3869/10, σε συνδυασμό με το άρθρ. 19, πρέπει να συνυπολογιστούν, τόσο ως προς το χρόνο όσο και ως προς το ποσό τους, ο' αυτές της πιο πάνω οριστικής ρύθμισης. Έτσι μετά το συνυπολογισμό του χρόνου των δέκα τεσσάρων -14- μηνών, που διήρκησαν οι προσωρινές αυτές καταβολές, ο χρόνος της οριστικής ρύθμισης περιορίζεται σε 46 μήνες. Όσον αφορά δε το ποσό, επειδή αυτό των προσωρινών καταβολών, υπολείπεται αυτού της οριστικής ρύθμισης, ο αιτών υποχρεούται, σύμφωνα με τη διάταξη του αρθ. 9 παρ. 4 ν. 3869/10, που προστέθηκε με την παρ.3 του άρθρ. 17 του Ν.4161/2013, να εξοφλήσει το ποσό της διαφοράς που προκύπτει. Το ποσό αυτό το οποίο στην προκειμένη περίπτωση ανέρχεται σε 3.500 ευρώ (400-150 Χ 14), θα αποπληρωθεί μετά τη λήξη των καταβολών του άρθρου 8 παρ.2 και μέσα σε ένα έτος, με επιτόκιο αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξημένο κατά δυόμισι εκατοστιαίες μονάδες. Έτσι μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της πενταετίας, οι άνω πιστώτριες θα έχουν λάβει: 1. η κυρίως παρεμβαίνουσα «..........» το ποσό των 21.516 ευρώ, με υπόλοιπο απαιτήσεων 195.819,76 ευρώ και 2. η πιστώτρια «..........» το ποσό των 2.484 ευρώ με υπόλοιπο απαιτήσεων ποσού 22.590,78 ευρώ. Η παραπάνω ρύθμιση θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010, εφόσον με τις καταβολές επί 5ετία της ως άνω ρύθμισης δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτριών του αιτούντος και προβάλλεται αίτημα εξαίρεσης της κατοικίας του από την εκποίηση, μετά το οποίο είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο (βλ. σε Κρητικό ο.π. σελ. 148, αριθ. 16). Έτσι πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του, για την οποία πρέπει να καταβάλει το 80% της αντικειμενικής της αξίας, δηλαδή το ποσό των 38.420,18 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα ξεκινήσει πέντε χρόνια μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και μετά την αφαίρεση του χρονικού διαστήματος των 14 μηνών, 46 μήνες μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, ο δε χρόνος εξόφλησης του πρέπει να οριστεί σε 106 μήνες, με μηνιαίες καταβολές ως εξής: για τους πρώτους 12 μήνες, με ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ποσού 100 ευρώ η κάθε μία, για το λόγο ότι ο πρώτος αιτών κατά το χρονικό αυτό διάστημα θα εξοφλεί και το προαναφερόμενο ποσό της διαφοράς μεταξύ των προσωρινών καταβολών και αυτών της οριστικής ρύθμισης, σύμφωνα με την παρ.4 του άρθρ. 9 του Ν.3869/2010, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ. 17 του Ν.4161/2013, και στη συνέχεια για τους υπόλοιπους 94 μήνες με καταβολές ισόποσων δόσεων ποσού 395,95 ευρώ η κάθε μία, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των χρεών του αιτούντος, της οικονομικής του δυνατότητας και της ηλικίας του. Από τις καταβολές αυτές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας θα ικανοποιηθούν προνομιακά οι απαιτήσεις της πιστώτριας «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.», καθόσον είναι εξοπλισμένες με εμπράγματη ασφάλεια και συγκεκριμένα με προσημείωση υποθήκης στην κύρια κατοικία του πρώτου αιτούντος.

Ως προς τη δεύτερη αιτούσα, η ρύθμιση των χρεών της θα γίνει με μηνιαίες καταβολές απευθείας στις πιο πάνω πιστώτριές της από τα εισοδήματά της επί πενταετία, που θα αρχίζουν αμέσως από την κοινοποίηση προς αυτήν της απόφασης. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, αυτό θα διαμορφωθεί με βάση τις βιοτικές της ανάγκες, στις οποίες περιλαμβάνονται και εκείνες της διατροφής και εκπαίδευσης των ανήλικων τέκνων της και τη συνεισφορά του καθενός από τους αιτούντες για την κάλυψη των αναγκών αυτών, ανάλογα με τα εισοδήματά του. Επομένως ενόψει όλων των προαναφερομένων το προς διάθεση στις πιστώτριές της ποσό, που πρέπει αυτή να καταβάλλει, πρέπει να οριστεί σε 300 ευρώ το μήνα, συμμέτρως κατανεμόμενο μεταξύ τους, ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές της δυνατότητες και με δεδομένο ότι τα ανήλικα τέκνα, με των οποίων τη διατροφή βαρύνεται, διαμένουν μαζί της μόνο για 15 ημέρες κάθε μήνα. Από το ποσό αυτό θα λάβουν: 1) η κυρίως παρεμβαίνουσα πιστώτρια «..........» το ποσό των 251,25 ευρώ μηνιαίως (300:259.502,96X217.335,76) και 2) η πιστώτρια «..........» το ποσό 48,75 ευρώ μηνιαίως (400:259.502,96X42.167,20).

Κατόπιν τούτων η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ' ουσίαν και να ρυθμιστούν οι οφειλές των αιτούντων σύμφωνα με το διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010,αλλά ούτε και ορίζεται παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση άσκησης ανακοπής από τις ερημοδικασθείσες πιστώτριες, δεδομένου ότι η παρούσα δεν υπόκειται σ’ αυτό το ένδικο μέσο (άρθρ. 14 Ν.3869/2010).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της πιστώτριας «..........» και της πιστώτριας «..........» και κατ' αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων.

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την αίτηση και την προφορικώς ασκηθείσα στο ακροατήριο κύρια παρέμβαση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση ως προς την πιστώτρια «..........».

ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση ως προς τις λοιπές πιστώτριες και την κύρια παρέμβαση.

ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη: Α) του πρώτου αιτούντος με μηνιαίες καταβολές προς τις πιστώτριές του, επί μία πενταετία, οι οποίες θα καταβάλλονται εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την κοινοποίηση προς αυτόν της απόφασης και μετά την αφαίρεση του χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στο σκεπτικό, για χρονικό διάστημα 46 μηνών, συνολικού ποσού τετρακοσίων ευρώ (400,00€), επιμεριζόμενο συμμέτρως στις πιστώτριες ως εξής: 1) στην κυρίως παρεμβαίνουσα «..........» ποσό 358,60 ευρώ μηνιαίως και 2) στην πιστώτρια «..........» ποσό 41,40 ευρώ μηνιαίως και Β) της δεύτερης αιτούσας με μηνιαίες καταβολές προς τις πιστώτριές της, επί μία πενταετία, οι οποίες θα καταβάλλονται εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την κοινοποίηση προς αυτήν της απόφασης, συνολικού ποσού τριακοσίων -300- ευρώ, επιμεριζόμενο συμμέτρως στις πιστώτριες ως εξής: 1) στην κυρίως παρεμβαίνουσα «..........» ποσό 251,25 ευρώ μηνιαίως και 2) στην πιστώτρια «..........» ποσό 48,75 ευρώ μηνιαίως.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον αιτούντα να καταβάλει συμμέτρως, στις πιστώτριες, μέσα σε ένα έτος από τη λήξη των καταβολών της παραπάνω ρύθμισης, το ποσό των 3.500 ευρώ. Η καταβολή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, από το χρόνο της έναρξης του έτους μέσα στο οποίο πρέπει να καταβληθεί, με επιτόκιο αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξανόμενο κατά 2,50 εκατοστιαίες μονάδες.

ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία του πρώτου αιτούντος και ειδικότερα την με χαρακτηριστικό στοιχείο -1- κατοικία – διαμέρισμα, ευρισκομένη σε ισόγεια οικοδομή αποτελούμενη από τέσσερις όμοιες οριζόντιες ιδιοκτησίες-διαμερίσματα, που είναι κτισμένη στο με αριθμ. 745 αγροτεμάχιο, στη θέση «..........» του αγροκτήματος «..........» του δημοτικού διαμερίσματος .......... του Δήμου .........., η οποία αποτελείται: α) από ισόγειο με τμήμα γκαράζ, εμβαδού 23,73 τ.μ. και τμήμα κατοικίας, εμβαδού 32,16 τ.μ., που περιλαμβάνει κουζίνα, τραπεζαρία, αποχωρητήριο και κλίμακα ανόδου στον όροφο και β) πρώτο όροφο, εμβαδού 32,57 τ.μ., που περιλαμβάνει ένα δωμάτιο, καθιστικό, λουτροαποχωρητήριο και κλίμακα καθόδου στο ισόγειο, όπως περιγράφεται στο σκεπτικό.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στον πρώτο αιτούντα την υποχρέωση, προς διάσωση της κύριας κατοικίας του, να καταβάλλει στην κυρίως παρεμβαίνουσα «..........», το ποσό των τριάντα οκτώ χιλιάδων τετρακοσίων είκοσι ευρώ και δέκα οκτώ λεπτών (38.420,18€) προκειμένου να ικανοποιήσει το υπόλοιπο των απαιτήσεων της, μετά τις πιο πάνω καταβολές επί 5ετία, σε χρονικό διάστημα 106 μηνών ως εξής: για τους πρώτους 12 μήνες με ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ποσού 100 ευρώ η κάθε μία και στη συνέχεια για τους υπόλοιπους 94 μήνες με ισόποσες μηνιαίες δόσεις ποσού 395,95 ευρώ η κάθε μία. Η καταβολή ίων μηνιαίων αυτών δόσεων θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του πρώτου μήνα, 46 μήνες μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, στη Θεσσαλονίκη, την Μαΐου 2015, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.